ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ, ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΛΕΣΘΕΙΣΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΑΣ
Συλλογική ευθύνη, λαϊκό αίσθημα, δύο
ανεξάρτητες έννοιες με ιδιαίτερη όμως απήχηση σε κάθε κοινωνία των ανθρώπων,
όπου γης. Στην Ελλάδα όπως τόσα άλλα έτσι και αυτές οι μεστές νοηματικά
έννοιες, έχουν κακοποιηθεί, παραποιηθεί και αλλοιωθεί βάναυσα, τόσο από το
πολιτικό κατεστημένο, όσο και από την ανερμάτιστη και αδιάφορη κοινωνία μας.
Ιστορικά ως έννοια την συλλογική ευθύνη την βρίσκουμε για πρώτη φορά στην ελληνική μυθολογία με τον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα όπου ο Δίας εξολοθρεύει όλους τους ανθρώπους λόγω της διαφθοράς τους και σώζει μόνο τον Δευκαλίωνα και την γυναίκα του Πύρρα. Η συλλογική ευθύνη εφαρμόστηκε σύμφωνα με την παράδοση και επί των κατοίκων των εβραϊκών πόλεων Σόδομα και Γόμορρα που τιμωρήθηκαν συνολικά για τον έκλυτο βίο τους, όπως και επί όλων των εργαζομένων στην κατασκευή του Πύργου της Βαβέλ που τιμωρήθηκαν για την ασέβειά τους. Στην σημερινή εποχή η συλλογική ευθύνη είναι τυπικό δείγμα αυταρχικών ή ολοκληρωτικών καθεστώτων. Το εθνικοσοσιαλιστικό ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας επί των ημερών του Αδόλφου Χίτλερ, (1889 – 1945), το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας επί των ημερών του Μπενίτο Μουσολίνι, (1883 – 1945),το κομουνιστικό σοβιετικό καθεστώς της Ρωσίας επί των ημερών του Ιωσήφ Στάλιν, (1879 – 1953) και των διαδόχων του με τα συν αυτώ ομοειδή κομουνιστικά καθεστώτα, αλλά και το μιλιταριστικό Ιαπωνικό καθεστώς έως τον 2ον παγκόσμιο πόλεμο, είναι κάποια κλασικά παραδείγματα παράνοιας για τους απανταχού θιασώτες αυτών των αποκρουστικών πολιτικών συστημάτων. Οι δίκες στα ειδεχθή δικαστήριά τους, είτε αυτά λέγονταν Λαϊκά, είτε Κρατικής Ασφάλειας, είτε Στρατοδικεία, δίκαζαν με την αρχή της συλλογικής ευθύνης και όχι με την αρχή της εξατομίκευσης, δηλαδή την ατομική ποινική ευθύνη. Το ίδιο συνέβαινε και στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων εκτοπισμένων αντιφρονούντων των καθεστώτων τους, όπου στο παράπτωμα του ενός κρατουμένου τιμωρούνταν όλοι. Τα ίδια καθεστώτα προέβαιναν σε μαζικές εκκαθαρίσεις οικογενειών, χωριών και κοινοτήτων επειδή κάποιοι είχαν προβεί σε πράξη αντίστασης. Από τον παραλογισμό αυτό δεν ξέφυγε ούτε η χώρα μας όταν τα Έκτακτα Στρατοδικεία ή τα Πενταμελή Εφετεία, κατά την διάρκεια, αλλά και μετά τον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο, χρησιμοποιούσαν τη συλλογική ευθύνη είτε στη βάση του Αναγκαστικού Νόμου 509, είτε στη βάσει του νόμου περί κατασκοπείας (νόμος 375/1936). Σε ορισμένες περιπτώσεις και καθ’ επιταγήν της εξουσίας, η συλλογική ευθύνη αξιοποιήθηκε και από τα δικαστήρια της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Η καθοδήγηση του Ε.Κ.Κ.Ε. (Επαναστατικό Κομουνιστικό Κόμμα Ελλάδας), διώχθηκε ως πολιτικός ηθικός αυτουργός των επεισοδίων στην αμερικανική πρεσβεία στις 21 - 04 - 1975, ενώ οι ηγεσίες των ακροαριστερών ομάδων διώχθηκαν ως ηθικοί αυτουργοί των επεισοδίων της 25 - 05 - 1976.
Θα πρέπει εδώ να τονισθεί με έμφαση πως η
συλλήβδην ποινικοποίηση των μελών μιας οργάνωσης για τις πράξεις της
τελευταίας, έστω και με τη μορφή της
συνέργιας, ανοίγει το δρόμο για την κατάργηση της αρχής της εξατομίκευσης ως
βασικής συνιστώσας μιας ΄΄ δίκαιης ΄΄ δίκης. Σύμφωνα δε με αυτήν κάθε πρόσωπο
είναι ατομικά υπεύθυνο για την παραβίαση του ποινικού νόμου, (δηλ. δεν
διώκονται μαζί με αυτό η οικογένειά του, οι συγγενείς του, οι φίλοι του, οι
ομοϊδεάτες του κ.λ.π.), και καταδικάζεται μόνον εφόσον ατομικά αποδειχθεί ότι
τέλεσε την πράξη και είχε υπαιτιότητα ως προς αυτήν. Η εξατομίκευση της
ποινικής ευθύνης είναι συνέπεια της αρχής της νομιμότητας των ποινών και της
ατομοκεντρικής οργάνωσης του φιλελεύθερου Ποινικού Δικαίου ως δικαίου της
πράξης. Τον ποινικό νόμο προσβάλουν πρόσωπα και όχι γένη, κόμματα,
ιδεολογικές ομάδες ή κοσμοθεωρίες.
Αντίθετα η συλλογική ευθύνη συνάγει την εγκληματική ευθύνη όχι από
συγκεκριμένες αποδείξεις για την ατομική τέλεση της πράξης, αλλά από την ένταξη
του ατόμου σε ένα εγκληματογόνο σύνολο ή ομάδα. Στις μέρες μας όταν η έννοια
του ΄΄ υπόπτου΄΄ τείνει να εξοβελίσει την μορφή του κατηγορουμένου με
δικαιώματα, η συλλογική ευθύνη και η δικαιοσύνη του φρονήματος αποτελούν
πρόσφορα οχήματα για τη νομική εξουδετέρωση του Διαφωτιστικού νομικού
κεκτημένου.
Πέρα
όμως από τον ορισμό της συλλογικής ευθύνης σε ιστορικό πλαίσιο, η έννοια αυτή
μας αφορά και στην καθημερινότητά μας. Από το πώς αντιλαμβάνεται ο καθένας μας
την σημασία της συλλογικής ευθύνης, παρουσιάζει και την ανάλογη κοινωνική του
συμπεριφορά. Τα παραδείγματα είναι πολλά και τα εντονότερα παρατηρούνται εκεί
που υπάρχει μεγάλη συνάθροιση ατόμων. Αν το καλοκαίρι θα πάμε σε κάποια παραλία
στις 7 το πρωί θα είναι χάρμα οφθαλμών, πεντακάθαρη, χρυσαφένια η άμμος, άδειοι
και καθαροί οι κάδοι των απορριμμάτων, κρυστάλλινα τα νερά. Την ίδια παραλία να
την επισκεφθούμε δώδεκα ώρες αργότερα, δηλαδή στις 7 το απόγευμα. Στο ενδιάμεσο
όμως πέρασαν από εκεί μερικές εκατοντάδες ΄΄ νεοέλληνες΄΄ για να κάνουν το
μπάνιο τους. Όταν έφυγαν αφού μάζεψαν όπως όπως τα προσωπικά τους είδη, άφησαν
πίσω τους μια παραλία σκουπιδότοπο. Νάιλον σακούλες μισοθαμμένες στην άμμο,
πλήθος διάσπαρτα πλαστικά μπουκάλια εμφιαλωμένου νερού, κατά εκατοντάδες
πολύχρωμα τενεκεδάκια αναψυκτικών, πάμπολλα φιαλίδια τελειωμένων αντηλιακών
προϊόντων, πεταμένα εδώ κι εκεί διάφορα χαρτιά, αλουμινόχαρτα, φλούδες από
καρπούζια και πεπόνια, κουκούτσια από ροδάκινα, υπολείμματα από σάντουίτς και
τοστ, με τις μύγες να έχουν
στήσει πάρτι και χιλιάδες
αποτσίγαρα φυτεμένα στην άμμο, ενώ οι κάδοι απορριμμάτων του Δήμου να είναι
χυδαία άδειοι ή προκλητικά να ξεχειλίζουν από σκουπίδια διότι κανένας αρμόδιος
δεν φρόντισε να τους αδειάσει. Παρόμοιες εικόνες έχει την ατυχία να δει κάποιος
σε όλους τους αθλητικούς χώρους μετά από κάποιον αγώνα ή σε χώρους πολιτιστικών
εκδηλώσεων, που ενίοτε συνυπάρχουν και φαινόμενα βανδαλισμού επί των χώρων
αυτών. Τα ίδια και χειρότερα αντικρίζει ο καθένας μας σε χώρους parking εθνικών οδών, σε αρχαιολογικούς χώρους καθώς και σε
κάθε δημόσιο χώρο αναψυχής. Η ευθύνη για οτιδήποτε κάνουμε ή παραλείπουμε,
είναι ατομική. Το ερώτημα που ανακύπτει
αφορά το που έγκεινται τα όρια της συλλογικής ευθύνης και του κρατικού
παρεμβατισμού και που αρχίζει η δικαιοδοσία του ατόμου για τις επιλογές στην
καθημερινή του ζωή. Θα μπορούσε να
υποστηριχθεί ότι η ατομική επιλογή συγκεκριμενοποιεί την ευθύνη ενώ η
συλλογικότητα την συσκοτίζει, ανάγοντας τη σε έναν απρόσωπο και εν τέλει αφηρημένο θεσμό όπως η πολιτεία ή το
κράτος. Οι νεοέλληνες αφού δεν σέβονται τον εαυτό τους πως είναι δυνατόν να
σεβασθούν τους άλλους συμπολίτες τους. Η ακατονόμαστη αυτή συμπεριφορά είναι
προϊόν της ευρύτερης κοινωνικής αλλά και συστηματικής Παιδείας, μέσα από την
οποία έχει προκύψει η συγκεκριμένη κοινωνία που ζούμε. Και γι’ αυτήν την
Παιδεία είναι υπεύθυνοι διαχρονικά όσοι αποτελούν Συλλογικά την Ηγεσία ενός
τόπου, είτε μιλάμε για Πολιτική Ηγεσία, είτε για Πνευματική. Αυτή την Ηγεσία
που έχουμε είναι αυτή που εμείς οι ίδιοι έχουμε προκρίνει και προκειμένου να
την προκρίνουμε αενάως, αυτή μας έχει εμβολιάσει με την ευκολία, την
αυθαιρεσία, την αδιαφορία, τον ετσιθελισμό, τον ωχαδερφισμό, επειδή όλα αυτά
που μας βολεύουν δεν περιέχουν καμία δυσκολία. Όλες αυτές οι συμπεριφορές είναι
πια κανόνας στην κοινωνία μας και το υπάρχον πρόβλημα είναι όντως συλλογικό που
ξεκινά από ΄΄ τα πάνω ΄΄, από την εξουσία που διαρκώς αυθαιρετεί για να μας
χρησιμοποιεί, αλλά εμείς το αναπαράγουμε μεταξύ μας στην καθημερινότητά μας.
Έτσι συλλογικότητες που δεν μας ενοχλούν ευδιάθετα τις αποδεχόμαστε, ενώ την
ίδια στιγμή απορρίπτουμε μετά βδελυγμίας κάθε συλλογικότητα που μας ενοχλεί. Όσο οι ηγέτες δεν
συμπεριφέρονται σωστά, τόσο και ο λαός εκμαυλίζεται ούτως ώστε αυτή η
συμπεριφορά των ηγεσιών να λειτουργεί ως θετική ανάδραση στο πολιτικό σύστημα.
Τα τελευταία χρόνια ζούμε υπό το κράτος του
΄΄όλοι μας΄΄. Αυτό είναι ένα πλασαρισμένο κλισέ που έντεχνα μας έπεισαν από τα
τηλεπαράθυρα, πως η ενοχή για όσα περνάει ο τόπος μας είναι συλλογική. Από το
«μαζί τα φάγαμε», του Θ. Πάγκαλου, μέχρι το «κυβερνάω έναν διεφθαρμένο λαό» του
Γ. Παπανδρέου, ή το «ο Έλληνας δε δουλεύει γι’ αυτό τιμωρείται», ή το
χιλιοειπωμένο «έχουμε τους ηγέτες που μας αξίζουν» ή κατ’ επέκταση τα «έχουμε
την τηλεόραση που μας αξίζει, την τοπική αυτοδιοίκηση που μας αξίζει, τις δημόσιες υπηρεσίες που μας αξίζουν, την
εκπαίδευση που μας αξίζει». Η κασέτα παίζει ολημερίς. Εδώ ας θυμηθούμε τη ρήση
του Ζαν - Πωλ Σαρτρ, (1905 – 1980), «Εμείς είμαστε οι επιλογές μας». Όλοι μας
καθημερινά ακούμε πως είμαστε αχρείοι, ανίκανοι, ατομικιστές, συμφεροντολόγοι,
μίζεροι, με άλλα λόγια άξιοι της μοίρας μας. Τελικά ποιος φταίει για όσα
συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ; Το ερώτημα είχε τεθεί
αιώνες πριν από τον Αριστοτέλη, (384 – 323 π.Χ.). Στα Πολιτικά του θέτει τον
προβληματισμό : «για τις πολιτικές αποφάσεις την ευθύνη την έχει το σύνολο
των πολιτών ή ο ηγέτης που έχει το τιμόνι διακυβέρνησης της πολιτείας στα χέρια
του ;». Κι αν ο Αριστοτέλης δεν είχε καταφέρει τότε να δώσει μια
ολοκληρωμένη απάντηση σ’ αυτό, είναι απείρως δυσκολότερο να απαντήσει κάποιος
σήμερα, σε συνθήκες πολύ πιο περίπλοκες. Και ο Θουκυδίδης, (460 – 396 π.Χ.),
όμως παρουσιάζει τους Θηβαίους να απολογούνται για τον ‘Μηδισμό’ της πόλης
τους κατά τους Περσικούς πολέμους με τα
ακόλουθα λόγια. «Δεν ήταν η ξύμπασα πόλις που έπραξε τούτο, αλλά η δυναστεία
των ολίγων ανδρών που είχε τότε τα δημόσια πράγματα». Σίγουρα αυτό κάτι σας
θυμίζει ; Υπάρχει συλλογική ευθύνη ; Είναι οι ηγέτες ότι και ο
λαός ; Είναι οι φορείς της εξουσίας ο καθρέφτης μας ; Είναι η
συμπεριφορά ενός κράτους εκείνη που δημιουργεί το ανάλογο ήθος σε μια κοινωνία ;
Γεγονός είναι πως όταν υπάρχουν ρωγμές και αδιαφάνεια στη λειτουργία του
κράτους οι πολίτες βαθμηδόν εκπαιδεύονται στην ασυδοσία. Το δυσκίνητο κρατικό
σύστημα οδηγεί στον εφησυχασμό, στην ακινησία, στην έλλειψη φρέσκων ιδεών και
πρωτοβουλίας αφού τα πάντα ελέγχονται από κεντρικό μηχανισμό, ρυθμίζονται από
υπουργεία και ασφυκτιούν στα πλαίσια της κρατικής ιεραρχίας.Το σάπιο πολιτικό
σύστημα είναι που εκπαιδεύει την κοινωνία στην ανομία, όταν αυτό απογυμνώνεται
από στοιχειώδη λαϊκή νομιμοποίηση και προωθεί την άποψη, της γενικής
ενοχοποίησης των πολιτών, ανεξάρτητα αν υπάρχουν προσωπικές ή συλλογικές
ευθύνες. Αυτό είναι μια προσπάθεια της εξουσίας να ενισχύσει το αίσθημα της
ενοχής του κόσμου και να αποτρέψει αντιδράσεις. Σε μια κοινοβουλευτική πολιτεία,
οι αντιπρόσωποι έχουν πολύ μεγαλύτερη ευθύνη από αυτή που έχει ο λαός που τους
εξέλεξε και ο τρόπος που συμπεριφέρονται οι ηγέτες είναι καθρέφτης της παιδείας
του λαού, αλλά από την άλλη αν οι ηγέτες δεν συμπεριφέρονται σωστά τότε και ο
λαός δεν συμπεριφέρεται σωστά διότι δεν έχει καλά πρότυπα και του δημιουργείται
το αίσθημα της ανομίας. Ο ενοχικός λαός σκύβει το κεφάλι και υποτάσσεται. Ο
υπεύθυνος λαός αγωνίζεται μέσα από την καθημερινότητά του να αλλάξει ό,τι γύρο
του βλέπει
σάπιο. Οι σημερινοί επιβήτορες
της εξουσίας, οι εφιάλτες του ελληνικού λαού, θέλουν να μας πείσουν όλους πως
είμαστε σάπιοι, για να μπορέσουν πιο εύκολα να μας υποτάξουν. Και εδώ έχουμε
εμείς την ευθύνη να αντιστρέψουμε την κατηγορία που μας αποδίδουν, να τους την
πετάξουμε στα μούτρα και μέσα από τη στάση ζωής μας να τους φωνάξουμε : «όχι
! τη δική σας σάπια νοοτροπία εγώ δεν θα
τη χρεωθώ !!». Έγκειται στην συλλογική ευθύνη του κάθε λαού η ποιότητα των
πολιτικών που τον κυβερνούν, διότι όλα τα περί την εξουσία ανθρωποειδή, είναι
ένα μικρό μέρος από το σύνολο του κάθε λαού. Γιατί μας κακοφαίνεται το πώς
συμπεριφέρονται οι πολιτικοί μας, όταν όλα αυτά τα ανθρωπάρια είναι ένα
πανομοιότυπο είδωλο του εαυτού μας. Εάν εμείς οι ίδιοι δεν αλλάξουμε τις
καταστροφικές για τους εαυτούς μας, αλλά και για την κοινωνία μας τακτικές που
ακολουθούμε, ούτε στον αιώνα τον άπαντα θα συμπεριφερθεί διαφορετικά η πολιτική
φάρα που μας διοικεί και απομυζεί εις βάρος μας κάθε τι που με μεγάλες
προσπάθειες κατορθώνουμε ως λαός. Κρίμα ! Κρίμα διότι στην Ελλάδα η πολιτική
και η ανειλικρίνεια έχουν καταστεί ταυτόσημες έννοιες. Οι μηδενικού βεληνεκούς
πολιτικοί μας κατάφεραν σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να έχουν μπροστά
τους έναν ολόκληρο λαό που δεν τολμά να ονειρευτεί.
Κάποτε ένας σκορπιός ζήτησε από έναν βάτραχο
να τον περάσει στην απέναντι όχθη του ποταμού. Ο βάτραχος ανησύχησε και είπε
στον σκορπιό ότι φοβάται μήπως τον κεντρίσει και πεθάνει. Ο σκορπιός του
απάντησε πως αυτό δεν είναι δυνατό, γιατί τότε θα πνιγόταν και ο ίδιος. Ο
βάτραχος θεώρησε το επιχείρημα λογικό και πήρε τον σκορπιό στην πλάτη του. Στη
μέση του ποταμού ο βάτραχος ένιωσε το κέντρισμα του σκορπιού. Πονούσε αφόρητα
και άρχισε να ζαλίζεται. Εκεί που και οι δύο πάσχιζαν να μην πνιγούν, ο
βάτραχος φωνάζει στον σκορπιό : «Γιατί το έκανες αυτό ανόητε ; Τώρα
θα πνιγείς κι εσύ!». Και ο σκορπιός του απάντησε : «Δεν μπορούσα
αλλιώς, έτσι είναι η φύση μου». Από την ανωτέρω εξιστόρηση πάσα ομοιότης μεταξύ
σκορπιού και ελλήνων πολιτικών, είναι εντελώς συμπτωματική, ασχέτως αν η
μοναδική και μόνιμη ενδόμυχη σκέψη του κάθε πολιτικού είναι : «βολέψτε
εμένα πρώτα και θα δω τι μπορώ να κάνω μετά κι εγώ για τους άλλους». Τα χρόνια
της μνημονιακής κατοχής οι δοσιλογικές ελληνικές κυβερνήσεις έχουν καταφέρει να
προσβάλουν το ανοσοποιητικό σύστημα του ελληνικού λαού ως προς την πολιτική του
συνείδηση έτσι ώστε μην μπορεί να αντιδράσει σθεναρά σε κανένα από τα παράλογα
και εξοντωτικά μέτρα που λαμβάνονται εις βάρος του. Ένας άλλος λόγος που ο
ελληνικός λαός δεν αντιδρά, είναι η συνεχής μετάλλαξη του επαίσχυντου πολιτικού
κατεστημένου της χώρας. Παράδειγμα όταν επί δικτατορίας 1967 – 1974 μάχονταν
και αντιστέκονταν ο λαός, είχε απέναντί του σκληρούς αντιπάλους, τους
συνταγματάρχες μαζί με τα τσιράκια τους. Η σημερινή πολιτική συμμορία που
κυβερνά τον τόπο επικαλυπτόμενη με αμφιβόλου αποτελεσματικότητας δημοκρατικούς
μανδύες, με επίπλαστες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, με παρά φύσην ακροβατικές
ερμηνείες και παραποιήσεις του Συντάγματος, με βιομηχανία παραγωγής ληστρικών
κατά του λαού νομοθετημάτων, με έντεχνη καλλιέργεια και διάχυση του φόβου σε
όλα τα κοινωνικά επίπεδα της τυχών επερχόμενης καταστροφής, με διασπορά
κατασκευασμένων ειδήσεων επισείοντας ανύπαρκτους κινδύνους και ότι άλλο μπορεί
να επιστρατευθεί προκειμένου αυτά τα
πολιτικά ανδρείκελα να μπορούν με ευκολία να παραπλανούν τον ελληνικό λαό και
να κυβερνούν. Άρα οι σημερινοί πολιτικάντηδες είναι πιο ύπουλοι και επικίνδυνοι
από τους συνταγματάρχες διότι παρουσιάζονται με αλλοιωμένα τα πραγματικά τους
χαρακτηριστικά, με συνέπεια ο λαός να μη διακρίνει τον πραγματικό του εχθρό για
να αντισταθεί και να τον πολεμήσει.
Μετά από μια παρατεταμένη περίοδο ευζωίας,
κανένας Έλληνας δεν ήταν προετοιμασμένος για την αντιμετώπιση της σημερινής
εξαιρετικά δύσκολης κατάστασης. Η κυβέρνηση δεν προστατεύει, δεν υπηρετεί, δεν
σέβεται καν τον λαό. Είναι κυβέρνηση για τον εαυτό της, εξ ου και ο κόσμος
απαντά αναλόγως. Φοροδιαφεύγει, αρνείται να καταβάλει τις εισφορές για την
περίθαλψη, εμπαίζει τους νόμους, δωροδοκεί, εποφθαλμιά θέσεις στο Δημόσιο,
επωφελείται από την διαφθορά της κρατικής μηχανής η οποία προστατεύει τους
παραβάτες και εντέχνως συντηρεί την παθογένεια του συστήματος, κάνει ότι του
αρέσει και μένει ατιμώρητος. Η έκπτωση της αξιοπιστίας των πολιτικών μας,
απειλεί άμεσα να συμπαρασύρει και την αξιοπιστία του αντιπροσωπευτικού μας
συστήματος. Ο κίνδυνος για το κράτος δικαίου βρίσκεται ακριβώς στην παρακμή
αυτή. Καταλήγουμε έτσι στο συνταρακτικό συμπέρασμα : «Ενίοτε στις
δημοκρατίες ο λαός έχει την κυβέρνηση
που του αξίζει». Δυστυχώς στην
Ελλάδα έχουμε και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που μας αξίζουν. Το
περίεργο για όλους τους Έλληνες είναι πως επί τέσσερα χρόνια τώρα
περιοριζόμαστε στο να κάνουμε μόνον διαπιστώσεις για το κακό μας χάλι και όχι
για το πώς θα επανορθωθούμε από την συμφορά που μας βρήκε. Εδώ σημαντικότατο
ρόλο αλλά και ευθύνη έχει και η πνευματική ηγεσία του τόπου μας.
Εν κατακλείδι υποστηρίζω λοιπόν πως ένας
πολιτικός έχει μία και μόνη ευθύνη. Να υπερασπίζεται το συμφέρον της χώρας του.
Κι επειδή χώρα δε νοείται χωρίς πολίτες, ευθύνη του ηγέτη είναι η προάσπιση του
συμφέροντος των ανθρώπων της χώρας, το οποίο θα πρέπει να τοποθετεί πολύ πάνω
από το δικό του. Οι δική μας ηγέτες τίνος συμφέρον υπερασπίσθηκαν, όταν εξαρχής
υπέγραφαν τα μνημόνια της υποτέλειας της χώρας μας ; Αν λοιπόν δεν ήταν
τόσο πολύ χοντρόπετσοι, εμπαθείς και εγωπαθείς και είχαν τη στοιχειώδη ευθιξία
κι
αίσθηση τιμής, θα
αναλάμβαναν την ευθύνη του λάθους τους. Με θάρρος και ανδρεία θα ομολογούσαν :
« ναι, βάλαμε την υπογραφή μας σε μια συμφωνία που νομίζαμε πως οδηγεί στη
λύση, μα όπως αποδείχτηκε υποθηκεύει το μέλλον των πολιτών ». Όμως δεν το
κάνουν. Κάνουν σαν τι γάτα που σκεπάζει τα σκατά της εκεί που τα κάνει.
Προπαγανδίζουν σ’ έναν ολόκληρο λαό πως για τη δική τους υπογραφή έφταιγε η
δική του κακομοιριά. Κι αυτή η προπαγάνδα συνεχίζεται τώρα επί τέσσερα χρόνια επιτεινόμενη. Για τους θανάτους νέων
ανθρώπων απ’ τα μαγκάλια φταίνε αυτοί
που τα χρησιμοποιούσαν δίχως σύνεση, για τις χιλιάδες αυτοκτονίες φταίνε αυτοί
που θεοποίησαν την κατανάλωση και τώρα δεν μπορούν να αντέξουν τη φτώχεια, για
το νέφος της αιθαλομίχλης απ’ τα τζάκια που μας πνίγει, φταίνε αυτοί που καίνε
ό,τι βρούνε για να ζεσταθούνε, για την ανεργία φταίνε οι νέοι που δεν πάνε να
δουλέψουν στα χωράφια, για την δραματική
υποβάθμιση της υγειονομικής περίθαλψης του λαού φταίει η σπατάλη στα δημόσια
νοσοκομεία, για όλα τα κακά που έχει υποστεί ο ελληνικός λαός πάντα φταίνε
κάποιοι άλλοι. Η ευθύνη μετατοπίζεται όλο και πιο κάτω. Αυτοί που κινούσαν τα
νήματα της μάζας για πολλά χρόνια, τώρα νίπτουν τας χείρας τους. Εδώ είναι
δικαιολογημένος ο αντίλογος. «Μα καλά, αυτός ο έρμος λαός δεν έχει κάποια
ευθύνη ;». Έχει, όσοι ευθύνη έχει ένα παιδί που δεν ενηλικιώνεται ποτέ,
γιατί δεν το άφησαν να ενηλικιωθεί οι γονείς του, γονείς ανεύθυνοι, ασυνεπείς,
γεμάτοι αντιφάσεις. Η ευθύνη του λαού είναι ότι ακόμη και τώρα που όλοι οι
μύθοι διαλύονται, εξακολουθεί να τρώει το παραμύθι. Τον μύθο περί της
συλλογικής ευθύνης και ενοχής τον έχει χάψει κανονικά. Μόνο που και πάλι τη
δική του ευθύνη δεν τη βλέπει. Γνωστό νομικό θέσφατο το ξεκαθαρίζει πως, «
ένοχος, ένοχον ου ποιεί ». Ξυπνάτε μωρέ σκλάβοι !!
Στις μέρες μας επικρατεί διάχυτη η άποψη και
φυσικά δικαιολογημένη, πως η πολιτική τάξη όχι μόνο έχει αποτύχει πλήρως στο
έργο της, αλλά πολύ περισσότερο, έχει προκαλέσει την οργή του ελληνικού λαού με
τα παντοειδή σκάνδαλα που την επιβαρύνουν και την εκτεταμένη διαφθορά της. Όλα
όσα καταγγέλλονται από τον ελληνικό λαό προκύπτουν από γεγονότα και
έγγραφα βεβαίας χρονολογίας, (μνημόνια,
νομοθετικές πράξεις), για τα οποία είναι πλήρως ενήμερη η ελληνική δικαιοσύνη,
η οποία θα πρέπει αταλάντευτα να ενεργοποιηθεί ώστε οι καταγγελλόμενοι να
κλιθούν να δώσουν λόγο, διότι δια των πράξεών τους, ή των παραλείψεών τους, ή
ακόμη και δια της παραπλανητικής σιωπής τους, προωθούν την υλοποίηση
προμελετημένου δολοφονικού σχεδίου κατά του ελληνικού λαού και αυτό είναι
κακούργημα. (Άρθρον : 232 του Ποινικού Κώδικα περί παρασιώπησης κακουργημάτων). Εν τούτοις
η απόλυτα δικαιολογημένη αγανάκτηση του λαού κατά των πολιτικών, συνοδεύεται συχνά
με μια κοντόφθαλμη αντίληψη, σύμφωνα με την οποία οι ευθύνες για την παρακμή
της πατρίδας μας ανήκουν αποκλειστικά στους ανήθικους και διεφθαρμένους
κυβερνώντες μας. Αυτού του είδους τη νοοτροπία που είναι χαρακτηριστικό
γνώρισμα ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, είχε διαγνώσει από πολύ παλιά ο
Αθηναίος ρήτορας Δημοσθένης (384 – 322 π.Χ.), που στο λόγο του ‘‘Περί
Συντάξεως’’ κάνει την ακόλουθη εύστοχη διαπίστωση : «Δε σας κάνουν οι
ρήτορες καλούς ή κακούς, εσείς τους κάνετε όπως θέλετε. Διότι εσείς δεν έχετε
τις δικές τους επιδιώξεις, ενώ εκείνοι φροντίζουν ν’ ακολουθούν όσα νομίζουν
ότι εσείς επιθυμείτε. Αν, λοιπόν, εσείς επιθυμούσατε το σωστό, όλα θα πήγαιναν
καλά, ουδείς πλέον θα πρότεινε κάτι κακό, ή και να το πρότεινε, θα έπεφτε στο
κενό, αφού κανέναν δε θα έπειθε». Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον αρχαίο ρήτορα,
η ποιότητα της πολιτικής τάξης δεν αποτελεί παρά καθρέφτισμα της ποιότητας των
πολιτών. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη λοιπόν, να αποκτήσουμε αυτογνωσία και να
γίνουμε ευσυνείδητοι πολίτες αναγνωρίζοντας τα λάθη μας, προκειμένου και οι
πολιτικοί που μας εκπροσωπούν να αναγκασθούν να ακολουθήσουν το παράδειγμά μας.
Μια πολιτική αναγέννηση επομένως, που θα προέλθει όχι από την κορυφή, αλλά από
τη βάση της ελληνικής κοινωνίας. Διότι σύμφωνα με τον φημισμένο ρήτορα Ισοκράτη, (436 – 338 π.Χ.), « Σημασία έχει
λοιπόν ο λαός να μάθει να επιλέγει πραγματικά δημοκρατικούς ηγέτες, να μην
κάνει το λάθος να παραδίδει την εξουσία σε ανθρώπους που κανείς δε θα τους
εμπιστευόταν στη δική του δουλειά, να μην επιτρέπει να εισέρχονται στην
πολιτική άνθρωποι κατά γενική ομολογία διεφθαρμένοι, ούτε να ανέχεται όσους
επιδιώκουν να ικανοποιήσουν τις προσωπικές τους ανάγκες με δημόσιο χρήμα, να
αποκλείει όσους προσποιούνται ότι αγαπούν το λαό …». Αυτονόητο βέβαια είναι ότι
οι πολίτες οφείλουν να υπερασπίζονται την πατρίδα τους, είτε από τους ξένους
είτε από τους εντόπιους δυνάστες. Διότι η πατρίδα αποτελεί τη βάση της
Ελευθερίας και της Δημοκρατίας, όπως έχει εξηγήσει το λόγο ο Θουκυδίδης : «Μια
χώρα που ακμάζει συνολικά, ωφελεί περισσότερο τους πολίτες της, παρά όταν οι
πολίτες ευημερούν ο καθένας ατομικά αλλά
η χώρα στο σύνολό της παρακμάζει. Διότι αν καταστραφεί η πατρίδα,
συμπαρασύρονται στην καταστροφή και όλοι όσοι ευημερούν ατομικά ενώ μια πατρίδα
που ευημερεί παρέχει προστασία σε όλους. Χρέος μας είναι λοιπόν, να την
υπερασπιζόμαστε όλοι μαζί».
Κατά την προσωπική μου άποψη, η συλλογική
ευθύνη είναι μία υγιής κοινωνική θεώρηση των πραγμάτων, η οποία προσδίδει στις
πράξεις των ανθρώπων χαρακτηριστικά υπευθυνότητας και προκύπτει από τη σύνθεση
της συμπεριφοράς ενός εκάστου χωριστά η οποία καταλήγει σε μια γενική
συνισταμένη που εξυπηρετεί το σύνολο μιας ομάδας ατόμων που έχουν κοινά
συμφέροντα ή κοινές επιδιώξεις. Με την συλλογική ευθύνη οι οργανωμένες
κοινωνίες έχουν επιτύχει συλλογικά σημαντικά πράγματα όπως ηρωικές νίκες,
κοινωνικές και οικονομικές κατακτήσεις, ή επαγγελματικές επιτυχίες. Για την
εξυπηρέτηση όμως κάποιων σκοπιμοτήτων την συλλογική ευθύνη ενστερνίσθηκαν με
άκρως αρνητικό τρόπο ολοκληρωτικής νοοτροπίας καθεστώτα, κρατικές υπηρεσίες,
πολιτικά κόμματα, συντεχνίες, ακόμη και κοινωνικές ομάδες ή κλάδοι εργαζομένων.
Ο εκχυδαϊσμός αυτής της έννοιας έχει δημιουργήσει απέχθεια σε όλη την κοινωνία.
Κάθε φορά που υπάρχει έστω μία νύξη για την συλλογική ευθύνη ξεσηκώνεται μεγάλη
φασαρία, ιδίως από αυτούς που έχουν λερωμένη τη φωλιά τους με προεξάρχοντες και
ενορχηστρωτές τους πολιτικούς όλων των παρατάξεων. Κανένας πολιτικός δεν θέλει
να επωμίζεται τη συλλογική ευθύνη που
φέρει το πολιτικό κόμμα στο οποίο είναι ενταγμένος.
Το λαϊκό αίσθημα είναι ένας άλλος εξαιρετικά
ταλαιπωρημένος κοινωνικός όρος, εξαιτίας της άφρονος και της κατά κόρον
εκμετάλλευσής του από το ανερμάτιστο ελληνικό πολιτικό κατεστημένο. Στην
υποσαχάρια, ελεεινής μορφής και
ολοκληρωτικής νοοτροπίας δημοκρατία της Ελλαδάγκουας, η οποία λόγω σοβαρής
εγκεφαλικής αρτηριοσκλήρωσης νομίζει ότι βρίσκεται στην Ευρώπη, κατά περίεργο
τρόπο το λαϊκό αίσθημα δεν διαμορφώνεται στα πεδία των κοινωνικών ζυμώσεων,
ούτε στις αρένες της καθημερινής βιοπάλης του λαού. Παραδόξως το λαϊκό αίσθημα
διαμορφώνεται εντός των πολιτικών – κομματικών γραφείων, εντός των
πολυτελέστατων γραφείων των συλλόγων, ελληνικών τραπεζών, ελλήνων βιομηχάνων,
ελλήνων εφοπλιστών, ακόμη αυτό διαμορφώνεται μέσα από υπόγειες διαδρομές εντός των
διευθυντικών γραφείων των εφημερίδων από τους αρχιερείς της διαπλοκής
μεγαλοεκδότες, και απάντων των τηλεοπτικών καναλαρχών περιβαλλόμενων από
εξωνημένους δημοσιογράφους. Υπάρχει λοιπόν οφθαλμοφανέστατη πλήρης δυσαρμονία
ως προς την διαμόρφωση του λαϊκού αισθήματος μεταξύ του λαού και του
εξουσιοφρενούς πολιτικού συστήματος. Ο πολιτικός που δεν αντιλαμβάνεται και
δεν αφουγκράζεται το κυρίαρχο λαϊκό
αίσθημα, είναι ο ανάξιος πολιτικός. Σήμερα υπάρχει προφανής δυσαρμονία της
Βουλής με το λαϊκό αίσθημα. Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1975 και μέχρι να το αναθεωρήσει ο
Ανδρέας Παπανδρέου και να το κάνει απόλυτα ολοκληρωτικό το 1986, εφόσον υπήρχε
δυσαρμονία της συγκρότησης της Βουλής με το λαϊκό αίσθημα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
μπορούσε να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές. Αυτό το δικαίωμα το
αφαίρεσε ο Ανδρέας Παπανδρέου και το πήρε για τον εαυτό του. Έτσι η Ελλάδα από
Προεδρευομένη Δημοκρατία κατάντησε Προεδρευομένη Πρωθυπουργική Δημοκρατία.
Σήμερα, στις απανωτές δημοσκοπήσεις που διενεργούνται, παρατηρούμε ότι η Νέα
Δημοκρατία κινείται γύρο στο 20% ~21% σε πρόθεση ψήφου και το Πανελλήνιο
Σοσιαλιστικό Κίνημα γύρο στο 4%~5%. Με μια τραβηγμένη αναγωγή, το συνολικό
ποσοστό των δύο κομμάτων φτάνει δεν φτάνει το 30%. Δηλαδή τα δύο κόμματα της
συγκυβέρνησης (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), αποσπούν αυτή τη στιγμή την επιδοκιμασία περίπου του 30% του λαού ενώ έχουν απέναντί
τους το 70%. Κατ’ ουδένα τρόπο δεν μπορεί αυτό να χαρακτηρισθεί Δημοκρατία
διότι δεν ανταποκρίνεται προς το λαϊκό αίσθημα και αυτό θα πρέπει να διορθωθεί
με επείγουσες εκλογές. Και ενώ είναι εξόφθαλμη η εκτροπή από τα δημοκρατικά
ειωθότα, το ισχύον Σύνταγμα δεν δίνει την δυνατότητα στο λαό να επέμβει με
λαϊκή πρωτοβουλία για να αλλάξει τα δεδομένα. Είναι διάχυτη η επιθυμία του
ελληνικού λαού εκφραζόμενη ποικιλοτρόπως από το λαϊκό του αίσθημα πως δεν θέλει
να γίνουν απλά εκλογές για να αλλάξουν κάποια πρόσωπα στις θέσεις εξουσίας,
εντός του ίδιου πολιτικού συστήματος, που ούτως ή άλλως καταρρέει, αλλά να
γίνουν ριζικές αλλαγές στις ασκούμενες πολιτικές, που οι σημερινή νενέκικη
εξουσία δεν θέλει να αλλάξει.
Για μια ακόμη φορά, η υποκρισία και η
κοροϊδία, της κατ’ επίφαση δημοκρατίας μας, στα μούτρα του λαού ήταν οι
πρωταγωνιστές της πολιτικής παράστασης. Τα γνωστά τηλεοπτικά κανάλια, ως
βασιλικότερα του βασιλέως, κρίνουν εκ του ασφαλούς, παρέα με αυτούς που
ιδιοτελώς σιγοντάρουν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση τα πολιτικά πράγματα, όλους
τους υπόλοιπους δύσμοιρους Έλληνες, χωρίς φυσικά να δώσουν την ευκαιρία για
αντίλογο σε αυτούς που λοιδορούν. Εργολαβικά φτιάχνουν δικές τους
δημοσκοπήσεις, που περιέργως εκ των προτέρων τις θεωρούν δεδομένες, όσο και αν
αυτές αντιτίθενται στη κοινή λογική και
στο λαϊκό αίσθημα που επιμελώς το αγνοούν. Την ίδια στιγμή, κάνουν πως είναι
ανύπαρκτες οι δημοσκοπήσεις που λαμβάνουν χώρα στο διαδίκτυο επειδή διαφωνούν
με αυτές που έντεχνα προωθούν οι μεγαλοεκδότες, παραβλέποντας το αδιάψευστο
γεγονός, ότι οι του διαδικτύου δημοσκοπήσεις συμφωνούν απόλυτα με το λαϊκό
αίσθημα. Αν προσθέσουμε και το γεγονός της προκλητικότατης αδιαφορίας όλων των
έμφυτα αλαζόνων αρμοδίων, υπευθύνων για τα μνημονιακά εγκλήματα που έχουν
διαπραχθεί στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, καθώς και τη λυσσαλέα προσπάθεια
του κράτους να αποπροσανατολίσει το λαό, όπως και τη καταδιωκτική του μανία που επιδεικνύει σε κάθε διαμαρτυρόμενο
πολίτη, επιβεβαιώνεται περισσά το γεγονός ότι η Δημοκρατία στη χώρα αυτή έχει
πεθάνει από καιρό και προσποιούμαστε ότι ζούμε με το νεκρό κορμί της, σα να
είμαστε οι πρωταγωνιστές στο ‘‘ Ψυχώ ’’ του Alfred Hitchcock.
Μέσα σε όλα τα καινοφανή και παράδοξα της
ελληνικής πραγματικότητας είναι και η επ’ αμοιβή διαμόρφωση του λαϊκού
αισθήματος από το σινάφι των τηλεδημοσιογράφων. Κοινοβουλευτική δικτατορία
χωρίς τανκς γίνεται, χωρίς τηλεόραση όχι. Μπορεί το ξενόδουλο πολιτικό μας σύστημα
να σου στερήσει και τα
πλέον απαραίτητα για να
επιζήσεις, αλλά εκείνο που δεν πρόκειται ποτέ να σου στερήσει είναι η
τηλεόραση. Σου την παρέχει σπάταλα και όταν σου μιλάνε τα παραμάγαζα των
πολιτικών κομμάτων, δεν πρέπει να μιλάς εσύ. Τα golden boys του
Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης πασχίζουν για να σου
λύσουν όλα σου τα προβλήματα. Η δημοσιογραφία λοιπόν έχει σαν σκοπό την
ενημέρωση των πολιτών είτε κοινοποιώντας ειδήσεις, είτε καταγγέλλοντας τα κακώς
κείμενα, ως τετάρτη αφανής εξουσία της δημοκρατίας, είτε σχολιάζοντας. Ο
έντιμος δημοσιογράφος οφείλει να είναι όσο το δυνατόν αμερόληπτος και
αντικειμενικός. Είναι όμως έτσι ; Παρακολουθώντας τα τηλεοπτικά κανάλια
και κυρίως τα δελτία ειδήσεων, εν ριπή οφθαλμού διαπιστώνουμε ότι οι
περισσότεροι κάνουν τα εντελώς αντίθετα, σαν εντεταλμένοι μισθοφόροι.
Παραπληροφορούν, μεροληπτούν και σχολιάζουν θετικά ή αρνητικά ανάλογα με ποιον
θέλουν να εξυπηρετήσουν. Έχει ειπωθεί από παρεισφρήσαντες ότι μερικοί δρουν
κατ’ εντολήν, «αυτόν χτύπα τον ανελέητα », ή «αυτόν μην τον ενοχλείτε », ή
«αυτόν υμνήστε τον ». Την περίοδο της μνημονιακής εποχής που με άκρως επώδυνο
τρόπο όλοι μας βιώνουμε, οι ασχολούμενοι με τα οικονομικά θέματα δημοσιογράφοι,
με ύφος χιλίων καρδιναλίων, κάνουν αναλύσεις όχι με κριτήρια ενημέρωσης αλλά με
κριτήρια εξυπηρέτησης των πολιτικών της εκάστοτε κυβέρνησης ή ανάλογα της
εκάστοτε αντιπολίτευσης. Μερικοί δε εξ αυτών με μαζοχιστικό ύφος δείχνουν σαν
να χαίρονται με τα όσα σκληρά και αντιλαϊκά μέτρα λαμβάνονται σε βάρος των
πολιτών, ενίοτε υπερθεματίζοντάς τα. Φοβερό !! Ακόμη υπάρχουν και κάποιοι που
σχολιάζουν απροκάλυπτα υμνώντας κάποιο κόμμα ή κάποιον πολιτικό ή κάποιον
μεγαλοεπιχειρηματία. Ελλάς το μεγαλείο σου !!
Το πλέον ρυπαρό γίνεται όταν παίρνουν
συνέντευξη από τον πολιτικό που συμπαθούν ή υποστηρίζουν. Όταν κάποιοι
πολιτικοί δεν έχουν τη δυνατότητα να απαντούν όπως πρέπει, αυτοί τους
διευκολύνουν κάνοντας ένα πρόλογο πριν την ερώτηση βάζοντας έτσι την πρέπουσα
απάντηση στο στόμα του συνεντευξιαζόμενου. Αν κατά λάθος ο πολιτικός απαντήσει
με όχι επιθυμητό τρόπο ξανακάνουν πρόλογο και ξαναρωτούν για να διορθώσει ο
πολιτικός την απάντησή του. Αν όμως ο πολιτικός δεν είναι της αρεσκείας τους
τον διακόπτουν συνεχώς και αν τα λεγόμενα του πολιτικού δεν τους αρέσουν ή
υπάρχει άνωθεν εντολή, αλλάζουν θέμα. Μια από τις πιο συνηθισμένες ηθελημένες
και δόλιες διαστρεβλώσεις, είναι η επιλεκτική παρουσίαση μέρους των όσων έχει
πει κάποιος πολιτικός, με απώτερη επιδίωξη την πλήρη αλλοίωση του νοήματος από
τα λεγόμενά του με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί εκ του μη όντως πολιτικό ζήτημα
που θα βλάψει τον εν λόγω πολιτικό. Σατανικό !! Ένα άλλο σύμπτωμα των
υπερφίαλων δημοσιογράφων, που έχουν κατά το κοινώς λεγόμενο, ‘‘καβαλικέψει το
καλάμι ’’ είναι να προβαίνουν με φραστικές επιθέσεις και βαρείς χαρακτηρισμούς
κατά πολιτικών και πολιτών που τολμούν να αμφισβητήσουν την εγκυρότητα ή την
αντικειμενικότητά τους. ‘‘Θου, Κύριε φυλακήν τω στόματί μου’’ !! Άλλοι πάλι
πολεμοχαρείς, διαμορφώνουν ένα πολεμικό
κλήμα ανάμεσα στους συνομιλητές που παρουσιάζουν, επιχειρώντας εντέχνως να αυξήσουν την τηλεθέαση. Όμορφος
δημοσιογραφικός κόσμος, μαγικός, αγγελικά πλασμένος !! Πολλές φορές αυτές οι
ακραίες συμπεριφορές των τηλεδημοσιογράφων μας εξοργίζουν τόσο πολύ ώστε αν δεν
λυπόμαστε το κόστος αντικατάστασης θα σπάζαμε όλοι τις τηλεοράσεις.
Δημοσιογράφος που αρνείται να ακολουθήσει τα παραπάνω, ασκώντας καλή και αντικειμενική δημοσιογραφία, απορρίπτεται και
εξοστρακίζεται απ’ το σύστημα γιατί ‘‘ χαλάει την πιάτσα’’.
Είναι ηλίου φαεινότερον πως
η απαξίωση της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα ειδικότερα τα τελευταία χρόνια είναι
τόση ώστε το σύνθημα «αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι » το φωνάζουν σε κάθε
διαδήλωση. Τώρα όσο για το απολεσθέν λαϊκό αίσθημα …. Αναζητείται !! Πολιτικοί
και δημοσιογράφοι σε αγαστή συνεργασία ψάχνουν μήπως και το βρουν.
Όσο οι πολιτικοί συνεχίζουν τουλάχιστον τα
τελευταία χρόνια επιδεικτικά να δείχνουν πως δεν αντιλαμβάνονται το μέγιστο
κακό που με άφρονες τακτικές, έχουν δημιουργήσει στον ελληνικό λαό και δεν
υποψιάζονται καν τι απαιτεί το λαϊκό αίσθημα, τότε οι άνθρωποι αυτοί αν μη τι
άλλο είναι βλάκες. Κοιτάξτε, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, ουκ
ολίγοι εξ όσων σήμερα γεμίζουν τα έδρανα της κυβέρνησης και της συμπολίτευσης,
αλλά και μέρος από τα έδρανα της αντιπολίτευσης στη Βουλή, ναι είναι. Το
δείχνουν, άλλωστε, η φυσιογνωμία τους και ο τρόπος με τον οποίον μιλούν και
συμπεριφέρονται. Προέρχονται από τα κατακάθια του κομματικού σωλήνα, δηλαδή
άνθρωποι οι οποίοι απέκτησαν πανεπιστημιακό πτυχίο ως κομματικοί υπάλληλοι,
άνθρωποι οι οποίοι ποτέ τους δεν εργάστηκαν, αλλά διορίστηκαν απευθείας σε
θέσεις που επινοήθηκαν και υφίστανται γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό στον χαοτικό
δημόσιο τομέα, εν ολίγοις άνθρωποι οι οποίοι σκαρφάλωσαν γλείφοντας και
έρποντας μέσα στο βορβορώδες σύστημα της μεταπολιτευτικής κομματοκρατίας. Αυτοί
που μας κυβερνούν δεν θέλουν να αλλάξουν το κράτος, δεν θέλουν να το μειώσουν,
δεν θέλουν να κλείσουν τις μαύρες τρύπες του, επειδή απλούστατα δεν θέλουν να
αλλάξουν το κόμμα, δηλαδή την πηγή της εξουσίας τους. Για τον Έλληνα πολίτη
όλοι αυτοί είναι αξιομίσητα άτομα, φαιδροί τύποι, ακραία ανάγωγοι, άκρως
αντιπαθητικοί, εκβιαστές της λαϊκής βούλησης, κατ’ επάγγελμα φοροφυγάδες και
έχουν μία αδικαιολόγητη εχθροπάθεια
εναντίον του ελληνικού λαού. Είναι αυτοί που ανακάλυψαν την πολιτική ευθύνη και
κατήργησαν την νομική ευθύνη, ώστε να μένουν πάντα ατιμώρητοι για κάθε πράξη
τους.
Ο πρώτος διδάξας ήταν ο
Κωνσταντίνος Καραμανλής, (1907 – 1998), που είπε την περίφημη ρήση για τα
συγχωροχάρτια των πολιτικών ότι, «ο λαός τους πολιτικούς δεν τους στέλνει στη
φυλακή, αλλά στο σπίτι τους» Αλήθεια γιατί αυτή η διάκριση ; Δεν είμαστε
όλοι οι έλληνες πολίτες ίσοι απέναντι στο νόμο ; Δυστυχώς απ’ άκρου εις
άκρον, όλο το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα είναι απελπιστικά διεφθαρμένο. Οι
στυγνοί εξουσιαστές μας το μόνο που έχουν κατά νου είναι, «να την σκαπουλάρουμε
τώρα όπως είμαστε βολεμένοι και βλέπουμε στο μέλλον, μπορεί να ξανάρθουν οι
περιώνυμες ‘‘καλύτερες μέρες’’, όπως τις ξέραμε και με τα μέσα που τις
εξασφαλίζαμε». Αυτό είναι εύλογο από την πλευρά του στενού προσωπικού τους
συμφέροντος. Διότι, αν το κράτος αλλάξει και ξεφύγουμε από τις γραφειοκρατικές
σταλινικού τύπου αγκυλώσεις, απαλλαγούμε από τις επάρατες επαγγελματικές
συντεχνίες και οι δυνάμεις της οικονομίας απελευθερωθούν, ένα είναι σίγουρο.
Οι μισοί από όλα αυτά τα πολύχρωμα
πολιτικά μπουμπούκια θα βρεθούν σε πολύ χειρότερη θέση από αυτήν στην οποίαν
έχουν οδηγήσει μέχρι σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους του ιδιωτικού
τομέα. Θα καταντήσουν σαν τους στρατηγούς, τους διπλωμάτες και τους κομματικούς
κομισάριους της Αλβανίας του Εμβέρ Χότζα, (1908 – 1985), που έγιναν
νυχτοφύλακες και κλητήρες.
Τα χρόνια της οικονομικής ύφεσης και του
κοινωνικού εξανδραποδισμού της ελληνικής κοινωνίας, τα δύο κυβερνητικά
συστημικά πολιτικά κόμματα, Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα και Νέα Δημοκρατία,
που με διάφορα συνθήματα υπεξαίρεσαν στο παρελθόν τη λαϊκή ψήφο με τα αλήστου
μνήμης συνθήματα, «επανίδρυση του κράτους», «λεφτά υπάρχουν», «ανάπτυξη», κι
ακολούθησε κατόπιν μια μακρά αλυσίδα εγκληματικών λαθών, που εν πολλοίς
οδήγησαν τη χώρα στα σημερινά αδιέξοδα, αφού προηγουμένως έθεσαν όλους τους
Έλληνες σε βαριά κατάθλιψη, την οικονομία στα πρόθυρα της κατάρρευσης, την
ευρωπαϊκή πορεία της χώρας μας σε τεράστιο κίνδυνο και μετά από όλα αυτά να
θέλουν ένα από τα δύο να επανεκλεγεί για να επανακαταλάβει τον κυβερνητικό
θώκο. Παρόλα τα εγκλήματα που έκαναν σε βάρος της χώρας μας, τα κόμματα αυτά,
αποτελεί ασυγχώρητη αλαζονεία, απόδειξη ασύμβατης σχέσης με το λαϊκό αίσθημα, και
εν τέλει, έλλειψη κάθε επαφής με τον Έλληνα πολίτη, να τολμούν να φλερτάρουν
ξανά αναιδώς με την εξουσία Κάθε κόμμα που δεν παραδέχεται τα λάθη του, δεν
πασχίζει να τα διορθώσει, αλλά αλαζονικά και περιφρονητικά για το λαϊκό αίσθημα
ζητεί την επανεκλογή του, στην πράξη ομολογεί ότι θα συνεχίσει την ίδια
πολιτική που του εξασφάλισε την επανεκλογή του. Η έμφυτη αλαζονεία αλλά και η
επιλεκτική απώλεια μνήμης, τόσο του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, όσο και του
αντιπροέδρου Ευάγγελου Βενιζέλου, τους οδηγούν σε βαθιά προσβολή του λαϊκού
αισθήματος και σε ασέβεια του Δημοκρατικού Πολιτεύματος. Χωρίς αιδώ μετέρχονται
κάθε πρόσφορο μέσον για να πείσουν τους ιθαγενείς νεοέλληνες πως μόνον αυτοί
έχουν τις πλέον αγνές προθέσεις για να
αποκαταστήσουν κάθε αδικία και κάθε τι παράλογο και καταχρηστικό που έχει γίνει
εις βάρος τους τα τελευταία χρόνια. Ο Όσκαρ Ουάιλντ, (1854 – 1900), όμως
προειδοποιεί κάθε εύπιστο πως, «ο δρόμος για την κόλαση είναι πάντα στρωμένος
με αγνές προθέσεις ». Θα τους εμπιστευθούμε ξανά ; Τα τραγικά λάθη
επιφέρουν και τραγικές συνέπειες. Με την σημερινή κατάσταση ως έχει, τίποτε δεν
σώζεται. Εκτός αν κάποιοι ξένοι αναλάβουν πλήρως τη διοίκηση της χώρας που
γεννήθηκε από το αίμα Βρετανών, Γάλλων και Ρώσων ναυτών στο Ναβαρίνο το 1828.
Κατά την προσωπική μου άποψη αν θέλουμε να
βελτιωθεί η σημερινή ζοφερή εικόνα της κοινωνίας μας, θα πρέπει πρώτα να
βελτιώσουμε τους εαυτούς μας και την δική μας απόδοση. Ο πιο ενδεδειγμένος
τρόπος για να προάγουμε το δημόσιο καλό είναι :
α) Να έχουμε αίσθημα ευθύνης
για τις πράξεις μας προς την κοινωνία και γενναιοδωρία προς τους
αδύναμους.
β) Να μην κρίνουμε τους
άλλους αν πρώτα εμείς οι ίδιοι δεν δίδουμε το καλό παράδειγμα με τις πράξεις
μας.
γ) Να μην είμαστε άρπαγες
συμφεροντολόγοι και εκμεταλλευτές του μόχθου των συνανθρώπων μας.
δ) Να έχουμε την αίσθηση
του δικαίου και να μη διαφθείρουμε συνειδήσεις συνανθρώπων μας.
ε) Να σεβόμαστε τους νόμους
της πολιτείας και να μην παρανομούμε για ίδιον όφελος.
στ) Να διδασκόμαστε και να
βελτιωνόμαστε συνεχώς, αλλά και να μεταδίδουμε τις γνώσεις μας στους
άλλους.
ζ) Να εργαζόμαστε με
ευσυνειδησία και να προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας με τον προσήκοντα τρόπο.
η) Να είμαστε υπεύθυνοι
πολίτες και να δείχνουμε ενδιαφέρον για τα κοινά που αφορούν το κοινωνικό
σύνολο.
θ) Να μην αποδεχόμαστε και
να μην αδιαφορούμε για κάθε τι παράνομο που εμπίπτει στην αντίληψή μας.
ι) Να έχουμε πάντα στη
σκέψη μας ότι θα πρέπει να αφήνουμε κάτι καλύτερο από αυτό που εμείς βρήκαμε.
www.isigoros.blogspot.com ΙΣΗΓΟΡΟΣ ΙΣΟΝΟΜΟΣ Ιανουάριος
2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου