Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014




Η  ΠΕΜΠΤΗ  ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ  ΦΥΛΗ


   Εν τέλει στο σχολείο που πηγαίνουμε να ξεστραβωθούμε, πάρα πολλά πράγματα που με το στανιό μας επιβάλουν να τα μάθουμε, είτε είναι λανθασμένα, ή στην καλύτερη περίπτωση είναι παραποιημένα μάλλον για εθνικούς λόγους !! Ότι παραχαραγμένο μάθαμε στο σχολείο μας, το αντιλαμβανόμαστε αρκετά αργότερα όταν με το καλό βγούμε στην πιάτσα της βιοπάλης. Πρωταθλητής στην διαστρέβλωση είναι το μάθημα της ιστορίας και ακολουθούν η γεωγραφία, η ανθρωπολογία, και όλα τα υπόλοιπα. Μόνο στην μουσική μαθαίνουμε και τις επτά νότες σωστά για να τραγουδάμε ορθά και όχι φάλτσα γιατί είμαστε για τα πανηγύρια.
   Αυτό εμένα που με ενόχλησε περισσότερο ήταν ότι στο μάθημα της γεωγραφίας έμαθα πως επί της γης υπάρχουν τέσσαρες ανθρώπινες φυλές, δηλαδή σύνολα ανθρώπων με κοινή καταγωγή και κοινά χαρακτηριστικά.  Τόσες θεώρησε απαραίτητες ο Θεός να κάνει. Την λευκή φυλή, την μαύρη φυλή, την κίτρινη φυλή και τους ερυθρόδερμους. Ψεύδος ! Μετά τους πρωτοπλάστους, διευρυνόμενο το ανθρώπινο είδος διαπίστωσε πως δεν βολεύονταν με ότι είχε κάνει ο Θεός και παρόλο που είχε στην πλάτη του το προπατορικό αμάρτημα, προέβη σε ένα ακόμη μεγαλύτερο αμάρτημα. Ίσως να οφείλεται στην άκρατη πλεονεξία του και μόνο του δημιούργησε μια πέμπτη φυλή, ασχέτως αν κατόπιν εορτής χτυπάει το κεφάλι του. Δημιούργησε την φυλή των πολιτικών !! Δηλαδή κάποιων υπερανθρώπων οι οποίοι είναι ταγμένοι να κυβερνούν τις ανθρώπινες μάζες ως αυθύπαρκτα όντα μη ελεγχόμενα από κανέναν. Αυτά εγώ τα έμαθα πολύ αργότερα όταν μπήκα στο μετερίζι της ζωής και είδα κατά το κοινώς λεγόμενον, πόσα απίδια πιάνει ο σάκος! Κάτι είχα ακούσει από τον πατέρα μου που κατά καιρούς πέρναγε κάποιους γενεές δεκατέσσαρες, αλλά η αφέλεια στο παιδικό μου μυαλό τότε, δεν είχε την ωριμότητα να καταλάβει τις τραγικές συνέπειες που υφίσταται όλη η ανθρωπότητα απ’ την καταδυνάστευση της φυλής των πολιτικών.
   Θελέστα  και παθαίστα  λέει ο σοφός λαός αλλά νομίζω πως τώρα το λάθος δεν διορθώνεται. Η φυλή των πολιτικών μετέρχεται κάθε πρόσφορο μέσον που διαθέτει ώστε να εδραιώνει τη θέση και τα προνόμιά της που η ίδια παραχωρεί στον εαυτό της σε βάρος του δύσμοιρου λαού. Η φιλοσοφία της στηρίζεται στους εξής απαράβατους όρους : « Εμείς οι λίγοι και εκλεκτοί, βάζουμε τους πολλούς να δουλεύουν, τρεφόμαστε απ’ αυτούς και τους κυβερνούμε. Μοναδικό μας έργο είναι η διευθέτηση και η διεύθυνση των δημοσίων υποθέσεων, υπέρ του ιδιωτικού μας οφέλους». Το πιστεύω της το εκφράζει με τον συνθηματικό μοτίβο : «Αποφασίσαμε και διατάζουμε».            
Η δομή της φυλής αυτής είναι πολυσχιδής και πολυδαίδαλη εσκεμμένα ούτως ώστε οι αμύητοι να μην έχουν τη δυνατότητα αντίληψης των πεπραγμένων της. Η μοναδικότητα της φυλής αυτής έναντι των άλλων είναι ότι ενυπάρχει ως κακοήθης νεοπλασιακός όγκος εντός του υγιούς σώματος των υπόλοιπων φυλών. Είναι αδύνατον σήμερα αυτή να εκριζωθεί. Είναι η προσωποποίηση της έννοιας του κακού, για όλη την κοινωνία των ανθρώπων.
   Κάθε εχέφρων άνθρωπος απανταχού της γης, με όποιες επώδυνες εμπειρίες έχει στη ζωή του, κάτι αλγεινό θα έχει στο μυαλό του και γι’ αυτήν την  περιώνυμη φυλή. Αναδιφώντας την νεότερη πολιτική ιστορία του  τόπου μας, πολλά μπορώ να περιάψω σ’ αυτήν την κοινωνική μάστιγα που ταλανίζει το ελληνικό έθνος από την γένεσή του. Η γέννηση ενός πολιτικού δεν γίνεται ασφαλώς σε κάποια μαιευτική κλινική, αλλά σε κάποιο πολυτελές baroque σαλόνι κάποιου μεγάρου, ανακτορικών προδιαγραφών, πίσω από βαρύτιμες βελούδινες κουρτίνες ή σε κάποιο οβάλ γραφείο style Louis XIV, ώστε να υπάρχει η αρμόζουσα επισημότητα γι’ αυτό το γεγονός. Ο εκκολαπτόμενος πολιτικός θα πρέπει πρωτίστως να δώσει όρκο τιμής ότι θα υπηρετεί ακαταπαύστως το υπάρχων διαπλεκόμενο οικονομικό-πολιτικό σύστημα, αναλώνοντας όλες τις δυνάμεις του για την μακροημέρευση της υπάρχουσας καθεστηκυίας τάξης, προς αμοιβαίο όφελος. Η φυλή των πολιτικών έχει πολλές υψηλού κύρους μοναδικότητες. Έχει καταφέρει να εισπηδήσει σε όλα τα κοινωνικοπολιτικά συστήματα της ανθρωπότητας. Ολιγαρχικό το σύστημα, τα ηνία της εξουσίας στα χέρια της, φεουδαρχικό το σύστημα, τα ηνία της εξουσίας στα χέρια της, ολοκληρωτικό το σύστημα, τα ηνία της εξουσίας στα χέρια της, μοναρχικό το σύστημα, τα ηνία της εξουσίας στα χέρια της, προεδροκεντρικό  το σύστημα, τα ηνία της εξουσίας στα χέρια της. Ακόμα και στο δημοκρατικό σύστημα που κάποτε εθεωρείτο το πλέον αρμόζων σε μία ελεύθερη κοινωνία ανθρώπων, τα ηνία της εξουσίας είναι στα χέρια της. Το πολίτευμα της δημοκρατίας όμως είναι αυτό που έχει κυριολεκτικά κατακρεουργηθεί από την αποκρουστικής μορφής, φυλή των πολιτικών. Έχοντας εκμεταλλευθεί στο έπακρον την ελευθεριότητα που εκ των αρχών του διέπει το σύστημα αυτό, ως όρνεα, με εφορμήσεις απομυζούν ολοσχερώς κάθε ίχνος ικμάδας που δικαιωματικά ανήκει στην πλειοψηφία του λαού μιας χώρας. Έχουν μετατρέψει αποκλειστικά και μοναδικά για προσωποπαγή οφέλη, την δημοκρατία, ακραιφνώς σε κοινοβουλευτική δικτατορία ελεεινής και τρισάθλιας μορφής.             Η ματαιοδοξία τους αγγίζει τα όρια του παραλόγου, γιατί αυτοί είναι που χρεοκόπησαν τη δημοκρατία. Πόθεν, πότε και ποιος τους παραχώρησε το δικαίωμα να καταλύουν κάτω από κοινοβουλευτική μπέρτα την δημοκρατία, να υφαρπάζουν τεχνηέντως με εκλογομαγειρέματα την εξουσία χωρίς αιδώ και να βάζουν τον κυρίαρχο λαό δακτυλοδεικτούμενο  στη γωνία ; Που ακούστηκε αυτό πατριώτες ; Στο όνομα ποίου έγινε ; Πως φθάσαμε μέχρις εδώ ; Ποιες ευθύνες έχει ο ίδιος ο λαός ; Τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα ; Πως και με ποια τακτική θα αλλάξει αυτή η ολέθρια κατάσταση ; Αυτά είναι κυρίαρχα ερωτήματα μέσα στην περιρρέουσα πολιτική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στη χώρα μας, τα οποία πρέπει να απαντηθούν με νηφαλιότητα από τον ίδιο το λαό και όχι σε συνεργασία με όλους αυτούς που τα δημιούργησαν,σαν το επάρατο ελληνικό πολιτικό κατεστημένο. Δεν έχει χώρο εντός της ελληνικής επικράτειας το κατεστημένο αυτό και πρέπει να εξοστρακισθεί. Ο λαός θα πρέπει από τα λόγια να προχωρήσει σε πράξεις. Ο διάλογος δεν προσφέρεται πάντα και ειδικά όταν η απέναντι πλευρά διαλέγεται χωρίς συγκεκριμένες θέσεις, μόνο και μόνο για να κερδίσει χρόνο αναζητώντας εσπευσμένα αλλοεθνείς πάτρωνες.   Η έννοια του διαλόγου προσδίδει σε αυτόν που τον επιδιώκει μια εικονική ενδοτικότητα και μια αδυναμία θέσεων. Οι πολιτικοί μας μόνο όταν βρίσκονται σε δυσχερή θέση καταδέχονται να κάνουν διάλογο με το υποπόδιο των ποδών τους, δηλαδή τον λαό, αλλά με έναν τελείως ιδιότυπο τρόπο. Δηλαδή ο λαός στο σκαμνί να ακούει και αυτοί ως εισαγγελείς ανηλίκων να τον νουθετούν, χρησιμοποιώντας την προσφιλή τους ξύλινη γλώσσα της πολιτικής πιάτσας. Θέλουν να μιλούν, χωρίς να λένε απολύτως τίποτε, ηδονιζόμενοι  από την διαλεκτική τους δεινότητα.  
      Η στρατηγική τακτική έχει αποφανθεί πως για να ελπίζεις σε μία νίκη επί του αντιπάλου σου, θα πρέπει να γνωρίζεις απαραίτητα όλα τα χαρακτηριστικά του. Αντίπαλος του κάθε πολίτη είναι πας ανήκων στη φυλή των πολιτικών η οποία εντοπίζεται από τα εξής αδρά χαρακτηριστικά.
   Είναι απόλυτα άπληστοι. Όπως κανένας ληστής δεν εκτιμά το σήμερα και μόλις καταφέρει να κάνει μια ληστεία, αμέσως βάζει στο πρόγραμμά του μια δεύτερη, έτσι και χειρότερα ο κάθε πολιτικός δεν αρκείται σε ότι κατέχει είτε επάξια, είτε ανάξια και πάντα θέλει κάτι παραπάνω. Η σατραπική προοπτική που τον διακατέχει είναι πως δια μέσω των μηχανισμών της κίβδηλης δημοκρατίας μας, να γίνει βουλευτής, μετά υπουργός, μετά πρωθυπουργός και εάν το επιτρέψουν οι συνθήκες να γίνει και αυτοκράτωρ. Η τρέλα του μεγαλείου σε όλη της την έκταση !     
   Είναι απόλυτα εξουσιομανείς. Θέλοντας να απαλλαγούν από τα συμπλέγματα κατωτερότητας που όλοι τους κουβαλάνε, θεωρούν οι ανερμάτιστοι, πως η εξουσία τους γιατρεύει από όλες τις πνευματικές τους διαταραχές. Πουλάν ακόμη και στον σατανά την ψυχή τους, μόνον και μόνον για να ανέβουν έστω και έρποντας τα σκαλοπάτια της εξουσίας για να ικανοποιήσουν τον αχαλίνωτο ναρκισσισμό τους. Γι’ αυτούς ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. 
   Είναι απόλυτα ανεγκέφαλοι. Παίρνουν κακές αποφάσεις εις βάρος των πολιτών, χωρίς να προβλέπουν ή να υπολογίζουν τις διαχρονικές συνέπειες που θα υποστούν οι πολίτες από αυτές τις αποφάσεις τους.
   Είναι απόλυτα συμφεροντολόγοι. Ζυγίζουν με ακρίβεια γεροτσιγκούνη σαράφη την κάθε τους πράξη, ώστε αν δεν είναι απόλυτα υπέρ των ατομικών τους συμφερόντων να μην την πραγματοποιήσουν.
   Είναι κοινωνικοί κηφήνες. Έχουν αυτοβούλως καθιερωθεί ως η πλέον άχρηστη κοινωνική ομάδα διότι δεν προσφέρουν απολύτως τίποτε στο κοινωνικό σύνολο, ενώ διάγουν έναν λίαν έκλυτο βίο σε βάρος των υπολοίπων.   
   Είναι απόλυτα αδηφάγοι. Η απεραντοσύνη της βουλιμίας τους δεν έχει ανθρώπινα όρια. Ενσκήπτουν ως πολιτικές ακρίδες σε μία χώρα και την αφανίζουν. Οι πολίτες εκόντες άκοντες μένουν αποσβολωμένοι από την εξαιρετικά έντονη λαιμαργία τους, ιδιοποιούμενοι ό,τι εμπίπτει στην ακτίνα δράσης του πολιτικού τους πεδίου.
   Είναι αναφανδόν ατομικιστές. Θεωρούν πως η κάθε τους ενέργεια θα πρέπει να έχει ως γνώμονα ότι το συμφερότερο  για το άτομό τους. Το πιστεύω τους, ένα δίνω, χίλια παίρνω και λογαριασμό δεν δίνω !
   Είναι ψεύτες ολκής, τερατώδεις μυθοπλάστες και παροιμιώδεις παραπλανητικοί αγύρτες. Η υποσχεσιολογία τους αγγίζει τα όρια του σύμπαντος. Σου υπόσχονται τα πάντα, από τα να σε τακτοποιήσουν σε κάποια εργασία, μέχρι να σου δωρίσουν τον ουρανό με τ‘ αστέρια ! Σου υπόσχονται γεφύρια σε ανύπαρκτα ποτάμια! Σου υπόσχονται υποθαλάσσιες  λεωφόρους, χωρίς να υπάρχει θάλασσα !  Σου τάζουν να σου κάνουν ακόμα και τους κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας. Σε διαβεβαιώνουν ότι θα φροντίσουν για το μέλλον των παιδιών σου ή ότι θα σου χαρίσουν σπίτι που δεν έχεις. Δεν ορρωδούν προ ουδενός. Στις περιοδείες τους που κάνουν  ειδικά στην προεκλογική περίοδο, δήθεν για να αφουγκραστούν τις ανάγκες του λαού και να ακούσουν τα παράπονα απλών ανθρώπων, οι  μεγαλοστομίες τους εντυπωσιάζουν ακόμη και τους πιο συγκρατημένους πολίτες. Συνθήματα όπως, ΄΄ πρώτα ο πολίτης΄΄, ΄΄μαζί με τον πολίτη΄΄, ΄΄τα τιμημένα γηρατειά΄΄, ΄΄προτεραιότητα στα προβλήματα του πολίτη΄΄ , ΄΄ οι πολιτικοί στην υπηρεσία των πολιτών ΄΄δονούν τις κομματικές τους συγκεντρώσεις, αλλά μετά της εκλογές τα λόγια τα πήρε ο άνεμος και χάθηκαν, όπως και οι ίδιοι από τις εκλογικές τους περιφέρειες. Μην τον είδατε μην τον απαντήσατε. Μόνο ο  ενθουσιασμός μένει στα κορόιδα τους πολίτες για τις επόμενες εκλογές.
   Είναι απόλυτα επιδεικτικοί ακόμη και για τις πιο ασήμαντες πράξεις τους. Ωχριούν μπροστά τους οι Φαρισαίοι του Ευαγγελίου. Ό,τι και να κάνουν επιδιώκουν οι πράξεις τους να είναι πάντα σε περίοπτη θέση σε όλα τα μέσα ενημέρωσης και διαγκωνίζονται ακόμη και πολιτικοί του ιδίου κόμματος για την ατομική τους προβολή. Την εκλογική τους περιφέρεια την φροντίζουν πιο πολύ και από την ατομική σωματική τους περιφέρεια. Όλοι τους με περισπούδαστο ύφος αναφέρονται πάντα στο ΄΄εγώ΄΄ τους που γι’ αυτούς είναι η αρχή και το τέλος της υπάρξεώς τους. Το ΄΄εμείς΄΄ είναι μια άγνωστη γι’ αυτούς έννοια. Είναι ιδανικότατοι προσωπολάτρες του εαυτού τους.   
   Είναι απόλυτα  υπερόπτες. Περηφανεύονται για ανύπαρκτες ατομικές τους αξίες, ενώ αγνοούν τελείως το ΄΄γνώθι σ’ αυτόν΄΄. Νομίζουν πως είναι περιούσιοι στην κοινωνία και υπερέχουν όλων των υπολοίπων ανθρώπων.
   Είναι απόλυτα αργυρώνητοι. Το πιστεύω τους είναι πως αφού το χρήμα τα κάνει όλα, είναι πρόθυμοι να κάνουν τα πάντα για το χρήμα. Έχουν συνταυτισθεί με την έννοια της διαφθοράς αφού έχουν ταυτίσει τον χρηματισμό με κάθε τους πολιτική πράξη που εκ του συντάγματος είναι υποχρεωμένοι να κάνουν. Δεν φείδονται εξόδων επειδή τους πακτωλούς χρημάτων που σπαταλούν είναι των ελλήνων φορολογουμένων και όχι δικά τους.
   Είναι άκρατοι θιασώτες του νεποτισμού. Φροντίζουν εκμεταλλευόμενοι στο έπακρων το δημόσιο λειτούργημά τους, να παραχωρούν θέσεις και αξιώματα πρωτίστως σε μέλη της οικογενείας τους, σε διάφορους συγγενείς, ή και σε φίλους, ώστε να δημιουργούν ως ευγενείς του μεσαίωνα, την αυλή των αγιογράφων τους και των υποτακτικών τους, αρεσκόμενοι σε κάθε είδους τεμενάδες και εκδουλεύσεις. Έχει επικρατήσει πως όσο πιο μεγάλη είναι η αυλή ενός πολιτικού, τόσο η φιλοδοξία του τον εντάσσει εις το να απαιτεί μεγαλύτερα αξιώματα.     
   Είναι απόλυτα εριστικοί. Όταν θέλουν να γίνει ντόρος για τ’ όνομά τους και να ανεβάσουν την ακροαματικότητα της αφεντιάς τους, γιατί κάθε πανούργος πολιτικός θέλει να γίνονται συζητήσεις γύρω απ’ αυτόν, δημιουργούν θέματα εκ του μη όντως. Τσακώνονται σε τηλεοπτικά παράθυρα για ψύλλου πήδημα, προβαίνουν σε εμπρηστικές δηλώσεις εναντίον πολιτικού αντιπάλου τους, ή εκφέρονται απειλητικά σε όποιον τολμήσει να διατυπώσει την όποια γνώμη του γι’ αυτούς, που δεν τους είναι αρεστή. Οι μη προσκυνημένοι πολίτες κατά την αρρωστημένη τους άποψη δεν έχουν θέση στην υγειά ελληνική κοινωνία όπως αυτοί τουλάχιστον τη φαντάζονται.
   Είναι απελπιστικά φυγόπονοι και εξαιρετικά καλοπερασάκηδες. Η συντριπτική πλειονότητα των μελών της αναίσχυντης φυλής των πολιτικών, αποφεύγει επιμελώς κάθε καταπόνηση και οτιδήποτε θα μπορούσε να διασαλεύει τη γαληνότητά της. Όλοι τους αγνοούν παντελώς τις έννοιες των λέξεων εργασία, μεροκάματο, κόπος, επιβίωση, άγχος, ευθύνη, στέρηση. Απεχθάνονται μετά βδελυγμίας κάθε εργασία, ειδικά χειρωνακτική, την οποία θεωρούν άκρως υποτιμητική γι’ αυτούς. Η εργασία κατά την γνώμη τους είναι η κύρια απασχόληση του λαού, δεν αφορά τους ίδιους. Αποφεύγουν να κοπιάσουν για οτιδήποτε και αρέσκονται εις το να διάγουν βίο χωρίς στερήσεις. Η  καθημερινότητά τους αναλώνεται σε αίθουσες  V.I.P. για ανέμελες συζητήσεις (sic), σε χώρους ψυχαγωγίας της high society για τις δημόσιες σχέσεις τους και σε κυριλέ εστιατόρια για επίσημα γεύματα ή δείπνα.
   Η περιώνυμη φυλή των πολιτικών, ( η πλέον μισητή για τις υπόλοιπες ), το μόνο που φροντίζει με θρησκευτική ευλάβεια είναι η διαιώνιση του είδους της. Η προηγούμενη γενιά μεριμνά για την επόμενη και έτσι πάει σόι το βασίλειο. Τα στεγανά είναι ερμητικά κλειστά για κάθε νέο μέλος που θέλει να εισέλθει σ’ αυτόν τον χώρο, αν πρώτα δεν τον εγκρίνει το πολιτικό κονκλάβιο. Τα μέλη αυτής της φυλής συμπεριφέρονται δίκην  αγέλης στήνοντας παγάνα σε κάθε ανυπεράσπιστο θύμα τους, ( στην προκειμένη περίπτωση τους αθώους πολίτες ), αδιαφορώντας για τα καταστροφικά αποτελέσματα που επιφέρουν στην κοινωνία μας. Δυστυχώς το εωσφορικό τρίγωνο, Οικονομική Ελίτ – Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης – Πολιτικό σύστημα, είναι απολύτως υπεύθυνο για τον καθημαγμένο ελληνικό λαό. Το απολυταρχικό και ανάλγητο αυτό σύστημα, (πολιτικό – οικονομικό – μιντιακό ), έχει εκστρατεύσει με όλα τα μέσα που διαθέτει εναντίον του άοπλου και ανυπεράσπιστου λαού μας. Το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί πλέον να πείσει κανένα πολίτη για τις προθέσεις του, αφού τα απεχθή χαρακτηριστικά του, (διαπλοκή – διαφθορά – αναξιοπιστία), είναι αυτά που κατακρήμνισαν την πατρίδα μας στην άβυσσο. Η χώρα μας συνεχίζει και σήμερα να λεηλατείται από το ίδιο ληστρικό πολιτικό σύστημα, που την λεηλατούσε και κατά το  παρελθόν. Η ευθύνη του λαού εντοπίζεται στην παραδοξότητα ότι ανέχεται ακόμα αυτό το σύστημα. Τι συμβαίνει ; Φόβος ; Μοιρολατρία ; Αδιαφορία ; Ευθυνοφοβία ; Έλλειψη ηγετικής φυσιογνωμίας ; Απόγνωση ; Απογοήτευση ; Τους υπεύθυνους για την κατάντια του τους γνωρίζει και θα πρέπει να τους αντιμετωπίσει  όπως ακριβώς τους αξίζει. Τι περιμένει ; Αυτή η παρανοϊκή φυλή των ακαταίσχυντων πολιτικών δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ. Έτσι και χειρότερα θα συμπεριφέρεται στο διηνεκές. Βέβαια μερικοί αιθεροβάμονες εξ ημών, ίσως γιατί βρέθηκαν στο απυρόβλητο και έχουν μείνει ακόμα αλώβητοι από την μνημονιακή καταιγίδα των τελευταίων ετών, τους θεωρούν μάλλον γραφικούς. Κάνουν μέγα λάθος ! Γραφικοί θεωρήθηκαν, το 1922 ο Μ. Μουσολίνι, το 1923 ο Α. Χίτλερ, το 1965 ο Γ. Παπαδόπουλος. Η ιστορία όμως μας έδειξε κάτι διαφορετικό. Αποδείχθηκε πως μόνο γραφικοί δεν ήταν, αλλά αντιθέτως ήταν εξαιρετικά επικίνδυνοι για τους λαούς τους. Οι έλληνες πολιτικοί είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι και το έχουν δείξει περίτρανα με τις πράξεις τους. Αν δεν τους ξεφορτωθούμε τάχιστα και αναμένουμε τελεσίδικες αποδείξεις για τις καταστροφικές συνέπειες που επέφεραν οι ενσυνείδητα λαμβανόμενες απ’ αυτούς αποφάσεις, εις βάρος του ελληνικού λαού, τότε δεν έχουμε διδαχθεί απολύτως τίποτα από την νεότερη ιστορία μας.
   Σήμερα οι ίδιοι διαισθανόμενοι πως ουδέποτε ανταποκρίθηκαν έστω και στο ελάχιστο στις υποχρεώσεις τους, είναι κυριευμένοι από αβεβαιότητα και ανασφάλεια και ας θέλουν να αυταπατώνται με χιμαιρικά όνειρα πως είναι δυνατοί. Γεγονός είναι ένα. Η ανασφάλεια καταρρακώνει και τον πλέον δυνατό και σκληρό χαρακτήρα. Η ανασφάλεια είναι μια ανυπόφορη κατάσταση που δεν υποφέρεται από κανέναν. Την αδυναμία τους αυτή θα πρέπει να εκμεταλλευτεί ο αδύναμος λαός για να υπερισχύσει έναντι ενός ιδιόμορφα μνησίκακου αντιπάλου. Οι έλληνες πολιτικοί μόνοι τους προδιέγραψαν το μέλλον τους. Κάθε εξουσία διαφθείρει. Η απόλυτη εξουσία που είχαν συγκεντρώσει στα λερωμένα χέρια τους, τους διέφθειρε απόλυτα. Η χώρα μας κατάφερε να πάρει το ‘’ χρυσό μετάλλιο’’  της διαφθοράς μεταξύ όλων των χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πολύεπίπεδο μέτωπο της διαφθοράς είναι πολύ μεγάλη ντροπή για την σύγχρονη κοινωνία. Υποσκάπτει τα θεμέλιά της, εισάγοντας μεθόδους του υπόκοσμου στην καθημερινή μας ζωή. Στις κατά διαστήματα εκθέσεις της Διεθνούς Διαφάνειας, (Transparency International), οι οποίες στηρίζονται σε επαναλαμβανόμενες και προφανώς αδέκαστες έρευνες για τους δείκτες διαφθοράς σε περισσότερες από 90 χώρες παγκοσμίως, η Ελλάδα βρίσκεται μονίμως κάτω από την μέση και κάτω από χώρες όπως η Βραζιλία, η Κόστα Ρίκα, η Μαλαισία, η Μαυριτανία, η Μποτσουάνα, η Ναμίμπια, η Τζαμάικα κ.λ.π. Ποιος δεν θυμάται τον θλιβερό και μέγα μηχανορράφο πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη που όταν του ανάφεραν να κάνει κάτι για την πάταξη της διαφθοράς, αυτός θέλοντας να παρακάμψει το ζήτημα και να νίψει τα χέρια του ως νέος Πόντιος Πιλάτος, επαναλάμβανε την γνωστή επωδό του. « Όποιος έχει στοιχεία για οποιαδήποτε διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό να τα στείλει στον εισαγγελέα». Κατά τα άλλα ήταν ο εκλεγμένος υπεύθυνος και υπόλογος πρωθυπουργός της χώρας. Αυτά μόνο στην Ελλάδα γίνονται !            
   Η σημερινή κυβέρνηση με την σύνθεσή της, τα εκλογικά ποσοστά της και τα οριακά κοινοβουλευτικά της ερείσματα, έχει χάσει την δημοκρατική νομιμοποίησή της και συμπεριφέρεται ως εντεταλμένος κονδυλοφόρος εξωθεσμικών και εξωχώριων οικονομικών κέντρων με αφανείς και αδιευκρίνιστους σκοπούς εις βάρος του έλληνα πολίτη. Τα κροκοδείλια δάκρυα που χύνει για τις αιματηρές θυσίες του ελληνικού λαού, είναι μια ενσυνείδητη και αισχρή κοροϊδία. Ο χορτάτος δεν καταλαβαίνει τον νηστικό, λέει ο σοφός λαός. Αφού λοιπόν τα πολιτικά παχύδερμα είναι χορτάτα, πως θα μπορούσαν να καταλάβουν τον νηστικό λαό ;Θα πρέπει να ανανεωθεί πάραυτα η λαϊκή εντολή. Παγκοσμίως τρεις μόνο κατηγορίες ανθρώπων ξοδεύουν τα χρήματα των άλλων. Οι πολιτικοί, η κλέφτες και τα παιδιά. Η ιδιαιτερότητα στην Ελλάδα είναι πως οι πολιτικοί είναι και κλέφτες. Έτσι η κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος γίνεται στο πολλαπλάσιο. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η ανεξαρτησία, ο σεβασμός, είναι αγαθά που δεν χαρίζονται από κανέναν. Κερδίζονται μόνον απ’ τον καθένα με πολύ αίμα, δάκρυα και ιδρώτα.     
   Δηλώνω με ενάργεια, παρρησία και ακαπήλευτα συναισθήματα ότι όλα όσα αναφέρω δεν υπερβαίνουν τα θεμιτά όρια μιας καλόπιστης κριτικής και στις περιγραφές μου πρυτανεύει η αλήθεια και μόνον η αλήθεια. Σε μία πολιτεία που παραπαίει, η σιωπή του κάθε πολίτη τον καθιστά συναυτουργό σε όλα τα τεκταινόμενα που καταγράφονται. Ένας πολιτικός μπορεί να ισχυριστεί πως ο ίδιος δεν έκανε κάτι παράνομο. Δεν μπορεί όμως να ισχυρισθεί ότι δεν γνώριζε την σήψη του πολιτικού συστήματος που ο ίδιος το υπηρετούσε. Αφού λοιπόν δεν το κατήγγειλε, γίνεται και ο ίδιος απόλυτα συνένοχος επωμιζόμενος τις ίδιες ακριβώς ευθύνες με όλον τον υπόλοιπο πολιτικό συρφετό.        


www.isigoros.blogspot.com                    ΙΣΗΓΟΡΟΣ  ΙΣΟΝΟΜΟΣ               ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ   2014     





ΠΕΡΙ  ΤΗΣ  ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ  ΕΥΘΥΝΗΣ,  ΤΟΥ  ΛΑΪΚΟΥ  ΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ  ΚΑΙ  ΤΗΣ  ΑΠΟΛΕΣΘΕΙΣΑΣ  ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ  ΤΩΝ  ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΑΣ 


    Συλλογική ευθύνη, λαϊκό αίσθημα, δύο ανεξάρτητες έννοιες με ιδιαίτερη όμως απήχηση σε κάθε κοινωνία των ανθρώπων, όπου γης. Στην Ελλάδα όπως τόσα άλλα έτσι και αυτές οι μεστές νοηματικά έννοιες, έχουν κακοποιηθεί, παραποιηθεί και αλλοιωθεί βάναυσα, τόσο από το πολιτικό κατεστημένο, όσο και από την ανερμάτιστη και αδιάφορη κοινωνία μας.

   Ιστορικά ως έννοια την συλλογική ευθύνη την βρίσκουμε για πρώτη φορά στην ελληνική μυθολογία με τον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα όπου ο Δίας εξολοθρεύει όλους τους ανθρώπους λόγω της διαφθοράς τους και σώζει μόνο τον Δευκαλίωνα και την γυναίκα του Πύρρα. Η συλλογική ευθύνη εφαρμόστηκε σύμφωνα με την παράδοση και επί των κατοίκων των εβραϊκών πόλεων Σόδομα και Γόμορρα που τιμωρήθηκαν συνολικά για τον έκλυτο βίο τους, όπως και επί όλων των εργαζομένων στην κατασκευή του Πύργου της Βαβέλ που τιμωρήθηκαν για την ασέβειά τους. Στην σημερινή εποχή η συλλογική ευθύνη είναι τυπικό δείγμα αυταρχικών ή ολοκληρωτικών καθεστώτων. Το εθνικοσοσιαλιστικό  ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας επί των ημερών του Αδόλφου Χίτλερ, (1889 – 1945), το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας επί των ημερών του Μπενίτο Μουσολίνι, (1883 – 1945),το κομουνιστικό σοβιετικό καθεστώς της Ρωσίας επί των ημερών του Ιωσήφ Στάλιν, (1879 – 1953) και των διαδόχων του με τα συν αυτώ ομοειδή κομουνιστικά καθεστώτα, αλλά και το μιλιταριστικό Ιαπωνικό καθεστώς έως τον 2ον παγκόσμιο πόλεμο, είναι κάποια κλασικά παραδείγματα παράνοιας για τους απανταχού θιασώτες αυτών των αποκρουστικών πολιτικών συστημάτων. Οι δίκες στα ειδεχθή δικαστήριά τους, είτε αυτά λέγονταν Λαϊκά, είτε Κρατικής Ασφάλειας, είτε Στρατοδικεία, δίκαζαν με  την αρχή της συλλογικής ευθύνης και όχι με την αρχή της εξατομίκευσης, δηλαδή την ατομική ποινική ευθύνη. Το ίδιο συνέβαινε και στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων εκτοπισμένων αντιφρονούντων των καθεστώτων τους, όπου στο παράπτωμα του ενός κρατουμένου τιμωρούνταν όλοι. Τα ίδια καθεστώτα προέβαιναν σε μαζικές εκκαθαρίσεις οικογενειών, χωριών και κοινοτήτων επειδή κάποιοι είχαν προβεί σε πράξη αντίστασης. Από τον παραλογισμό αυτό δεν ξέφυγε ούτε η χώρα μας όταν τα Έκτακτα Στρατοδικεία ή τα Πενταμελή Εφετεία, κατά την διάρκεια, αλλά και μετά τον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο, χρησιμοποιούσαν τη συλλογική ευθύνη είτε στη βάση του Αναγκαστικού Νόμου 509, είτε στη βάσει του νόμου περί κατασκοπείας (νόμος  375/1936). Σε ορισμένες  περιπτώσεις και καθ’ επιταγήν της εξουσίας, η συλλογική ευθύνη αξιοποιήθηκε και από τα δικαστήρια της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Η καθοδήγηση του Ε.Κ.Κ.Ε. (Επαναστατικό Κομουνιστικό Κόμμα Ελλάδας), διώχθηκε ως  πολιτικός ηθικός αυτουργός των επεισοδίων στην αμερικανική πρεσβεία στις 21 - 04 - 1975,  ενώ οι ηγεσίες των ακροαριστερών ομάδων διώχθηκαν ως ηθικοί αυτουργοί των επεισοδίων της 25 - 05 - 1976.                  
   Θα πρέπει εδώ να τονισθεί με έμφαση πως η συλλήβδην ποινικοποίηση των μελών μιας οργάνωσης για τις πράξεις της τελευταίας, έστω και με τη μορφή της συνέργιας, ανοίγει το δρόμο για την κατάργηση της αρχής της εξατομίκευσης ως βασικής συνιστώσας μιας ΄΄ δίκαιης ΄΄ δίκης. Σύμφωνα δε με αυτήν κάθε πρόσωπο είναι ατομικά υπεύθυνο για την παραβίαση του ποινικού νόμου, (δηλ. δεν διώκονται μαζί με αυτό η οικογένειά του, οι συγγενείς του, οι φίλοι του, οι ομοϊδεάτες του κ.λ.π.), και καταδικάζεται μόνον εφόσον ατομικά αποδειχθεί ότι τέλεσε την πράξη και είχε υπαιτιότητα ως προς αυτήν. Η εξατομίκευση της ποινικής ευθύνης είναι συνέπεια της αρχής της νομιμότητας των ποινών και της ατομοκεντρικής οργάνωσης του φιλελεύθερου Ποινικού Δικαίου ως δικαίου της πράξης. Τον ποινικό νόμο προσβάλουν πρόσωπα και όχι γένη, κόμματα, ιδεολογικές  ομάδες ή κοσμοθεωρίες. Αντίθετα η συλλογική ευθύνη συνάγει την εγκληματική ευθύνη όχι από συγκεκριμένες αποδείξεις για την ατομική τέλεση της πράξης, αλλά από την ένταξη του ατόμου σε ένα εγκληματογόνο σύνολο ή ομάδα. Στις μέρες μας όταν η έννοια του ΄΄ υπόπτου΄΄ τείνει να εξοβελίσει την μορφή του κατηγορουμένου με δικαιώματα, η συλλογική ευθύνη και η δικαιοσύνη του φρονήματος αποτελούν πρόσφορα οχήματα για τη νομική εξουδετέρωση του Διαφωτιστικού νομικού κεκτημένου.
   Πέρα όμως από τον ορισμό της συλλογικής ευθύνης σε ιστορικό πλαίσιο, η έννοια αυτή μας αφορά και στην καθημερινότητά μας. Από το πώς αντιλαμβάνεται ο καθένας μας την σημασία της συλλογικής ευθύνης, παρουσιάζει και την ανάλογη κοινωνική του συμπεριφορά. Τα παραδείγματα είναι πολλά και τα εντονότερα παρατηρούνται εκεί που υπάρχει μεγάλη συνάθροιση ατόμων. Αν το καλοκαίρι θα πάμε σε κάποια παραλία στις 7 το πρωί θα είναι χάρμα οφθαλμών, πεντακάθαρη, χρυσαφένια η άμμος, άδειοι και καθαροί οι κάδοι των απορριμμάτων, κρυστάλλινα τα νερά. Την ίδια παραλία να την επισκεφθούμε δώδεκα ώρες αργότερα, δηλαδή στις 7 το απόγευμα. Στο ενδιάμεσο όμως πέρασαν από εκεί μερικές εκατοντάδες ΄΄ νεοέλληνες΄΄ για να κάνουν το μπάνιο τους. Όταν έφυγαν αφού μάζεψαν όπως όπως τα προσωπικά τους είδη, άφησαν πίσω τους μια παραλία σκουπιδότοπο. Νάιλον σακούλες μισοθαμμένες στην άμμο, πλήθος διάσπαρτα πλαστικά μπουκάλια εμφιαλωμένου νερού, κατά εκατοντάδες πολύχρωμα τενεκεδάκια αναψυκτικών, πάμπολλα φιαλίδια τελειωμένων αντηλιακών προϊόντων, πεταμένα εδώ κι εκεί διάφορα χαρτιά, αλουμινόχαρτα, φλούδες από καρπούζια και πεπόνια, κουκούτσια από ροδάκινα, υπολείμματα από σάντουίτς και τοστ, με τις μύγες να έχουν
στήσει πάρτι και χιλιάδες αποτσίγαρα φυτεμένα στην άμμο, ενώ οι κάδοι απορριμμάτων του Δήμου να είναι χυδαία άδειοι ή προκλητικά να ξεχειλίζουν από σκουπίδια διότι κανένας αρμόδιος δεν φρόντισε να τους αδειάσει. Παρόμοιες εικόνες έχει την ατυχία να δει κάποιος σε όλους τους αθλητικούς χώρους μετά από κάποιον αγώνα ή σε χώρους πολιτιστικών εκδηλώσεων, που ενίοτε συνυπάρχουν και φαινόμενα βανδαλισμού επί των χώρων αυτών. Τα ίδια και χειρότερα αντικρίζει ο καθένας μας σε χώρους parking εθνικών οδών, σε αρχαιολογικούς χώρους καθώς και σε κάθε δημόσιο χώρο αναψυχής. Η ευθύνη για οτιδήποτε κάνουμε ή παραλείπουμε, είναι ατομική. Το ερώτημα που ανακύπτει  αφορά το που έγκεινται τα όρια της συλλογικής ευθύνης και του κρατικού παρεμβατισμού και που αρχίζει η δικαιοδοσία του ατόμου για τις επιλογές στην καθημερινή του ζωή.  Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ατομική επιλογή συγκεκριμενοποιεί την ευθύνη ενώ η συλλογικότητα την συσκοτίζει, ανάγοντας τη σε έναν απρόσωπο και  εν τέλει αφηρημένο θεσμό όπως η πολιτεία ή το κράτος. Οι νεοέλληνες αφού δεν σέβονται τον εαυτό τους πως είναι δυνατόν να σεβασθούν τους άλλους συμπολίτες τους. Η ακατονόμαστη αυτή συμπεριφορά είναι προϊόν της ευρύτερης κοινωνικής αλλά και συστηματικής Παιδείας, μέσα από την οποία έχει προκύψει η συγκεκριμένη κοινωνία που ζούμε. Και γι’ αυτήν την Παιδεία είναι υπεύθυνοι διαχρονικά όσοι αποτελούν Συλλογικά την Ηγεσία ενός τόπου, είτε μιλάμε για Πολιτική Ηγεσία, είτε για Πνευματική. Αυτή την Ηγεσία που έχουμε είναι αυτή που εμείς οι ίδιοι έχουμε προκρίνει και προκειμένου να την προκρίνουμε αενάως, αυτή μας έχει εμβολιάσει με την ευκολία, την αυθαιρεσία, την αδιαφορία, τον ετσιθελισμό, τον ωχαδερφισμό, επειδή όλα αυτά που μας βολεύουν δεν περιέχουν καμία δυσκολία. Όλες αυτές οι συμπεριφορές είναι πια κανόνας στην κοινωνία μας και το υπάρχον πρόβλημα είναι όντως συλλογικό που ξεκινά από ΄΄ τα πάνω ΄΄, από την εξουσία που διαρκώς αυθαιρετεί για να μας χρησιμοποιεί, αλλά εμείς το αναπαράγουμε μεταξύ μας στην καθημερινότητά μας. Έτσι συλλογικότητες που δεν μας ενοχλούν ευδιάθετα τις αποδεχόμαστε, ενώ την ίδια στιγμή απορρίπτουμε μετά βδελυγμίας κάθε συλλογικότητα  που μας ενοχλεί. Όσο οι ηγέτες δεν συμπεριφέρονται σωστά, τόσο και ο λαός εκμαυλίζεται ούτως ώστε αυτή η συμπεριφορά των ηγεσιών να λειτουργεί ως θετική ανάδραση στο πολιτικό σύστημα.
   Τα τελευταία χρόνια ζούμε υπό το κράτος του ΄΄όλοι μας΄΄. Αυτό είναι ένα πλασαρισμένο κλισέ που έντεχνα μας έπεισαν από τα τηλεπαράθυρα, πως η ενοχή για όσα περνάει ο τόπος μας είναι συλλογική. Από το «μαζί τα φάγαμε», του Θ. Πάγκαλου, μέχρι το «κυβερνάω έναν διεφθαρμένο λαό» του Γ. Παπανδρέου, ή το «ο Έλληνας δε δουλεύει γι’ αυτό τιμωρείται», ή το χιλιοειπωμένο «έχουμε τους ηγέτες που μας αξίζουν» ή κατ’ επέκταση τα «έχουμε την τηλεόραση που μας αξίζει, την τοπική αυτοδιοίκηση που μας αξίζει, τις  δημόσιες υπηρεσίες που μας αξίζουν, την εκπαίδευση που μας αξίζει». Η κασέτα παίζει ολημερίς. Εδώ ας θυμηθούμε τη ρήση του Ζαν - Πωλ Σαρτρ, (1905 – 1980), «Εμείς είμαστε οι επιλογές μας». Όλοι μας καθημερινά ακούμε πως είμαστε αχρείοι, ανίκανοι, ατομικιστές, συμφεροντολόγοι, μίζεροι, με άλλα λόγια άξιοι της μοίρας μας. Τελικά ποιος φταίει για όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ; Το ερώτημα είχε τεθεί αιώνες πριν από τον Αριστοτέλη, (384 – 323 π.Χ.). Στα Πολιτικά του θέτει τον προβληματισμό : «για τις πολιτικές αποφάσεις την ευθύνη την έχει το σύνολο των πολιτών ή ο ηγέτης που έχει το τιμόνι διακυβέρνησης της πολιτείας στα χέρια του ;». Κι αν ο Αριστοτέλης δεν είχε καταφέρει τότε να δώσει μια ολοκληρωμένη απάντηση σ’ αυτό, είναι απείρως δυσκολότερο να απαντήσει κάποιος σήμερα, σε συνθήκες πολύ πιο περίπλοκες. Και ο Θουκυδίδης, (460 – 396 π.Χ.), όμως παρουσιάζει τους Θηβαίους να απολογούνται για τον ‘Μηδισμό’ της πόλης τους  κατά τους Περσικούς πολέμους με τα ακόλουθα λόγια. «Δεν ήταν η ξύμπασα πόλις που έπραξε τούτο, αλλά η δυναστεία των ολίγων ανδρών που είχε τότε τα δημόσια πράγματα». Σίγουρα αυτό κάτι σας θυμίζει ; Υπάρχει συλλογική ευθύνη ; Είναι οι ηγέτες ότι και ο λαός ; Είναι οι φορείς της εξουσίας ο καθρέφτης μας ; Είναι η συμπεριφορά ενός κράτους εκείνη που δημιουργεί το ανάλογο ήθος σε μια κοινωνία ; Γεγονός είναι πως όταν υπάρχουν ρωγμές και αδιαφάνεια στη λειτουργία του κράτους οι πολίτες βαθμηδόν εκπαιδεύονται στην ασυδοσία. Το δυσκίνητο κρατικό σύστημα οδηγεί στον εφησυχασμό, στην ακινησία, στην έλλειψη φρέσκων ιδεών και πρωτοβουλίας αφού τα πάντα ελέγχονται από κεντρικό μηχανισμό, ρυθμίζονται από υπουργεία και ασφυκτιούν στα πλαίσια της κρατικής ιεραρχίας.Το σάπιο πολιτικό σύστημα είναι που εκπαιδεύει την κοινωνία στην ανομία, όταν αυτό απογυμνώνεται από στοιχειώδη λαϊκή νομιμοποίηση και προωθεί την άποψη, της γενικής ενοχοποίησης των πολιτών, ανεξάρτητα αν υπάρχουν προσωπικές ή συλλογικές ευθύνες. Αυτό είναι μια προσπάθεια της εξουσίας να ενισχύσει το αίσθημα της ενοχής του κόσμου και να αποτρέψει αντιδράσεις. Σε μια κοινοβουλευτική πολιτεία, οι αντιπρόσωποι έχουν πολύ μεγαλύτερη ευθύνη από αυτή που έχει ο λαός που τους εξέλεξε και ο τρόπος που συμπεριφέρονται οι ηγέτες είναι καθρέφτης της παιδείας του λαού, αλλά από την άλλη αν οι ηγέτες δεν συμπεριφέρονται σωστά τότε και ο λαός δεν συμπεριφέρεται σωστά διότι δεν έχει καλά πρότυπα και του δημιουργείται το αίσθημα της ανομίας. Ο ενοχικός λαός σκύβει το κεφάλι και υποτάσσεται. Ο υπεύθυνος λαός αγωνίζεται μέσα από την καθημερινότητά του να αλλάξει ό,τι γύρο του βλέπει
σάπιο. Οι σημερινοί επιβήτορες της εξουσίας, οι εφιάλτες του ελληνικού λαού, θέλουν να μας πείσουν όλους πως είμαστε σάπιοι, για να μπορέσουν πιο εύκολα να μας υποτάξουν. Και εδώ έχουμε εμείς την ευθύνη να αντιστρέψουμε την κατηγορία που μας αποδίδουν, να τους την πετάξουμε στα μούτρα και μέσα από τη στάση ζωής μας να τους φωνάξουμε : «όχι ! τη δική σας σάπια  νοοτροπία εγώ δεν θα τη χρεωθώ !!». Έγκειται στην συλλογική ευθύνη του κάθε λαού η ποιότητα των πολιτικών που τον κυβερνούν, διότι όλα τα περί την εξουσία ανθρωποειδή, είναι ένα μικρό μέρος από το σύνολο του κάθε λαού. Γιατί μας κακοφαίνεται το πώς συμπεριφέρονται οι πολιτικοί μας, όταν όλα αυτά τα ανθρωπάρια είναι ένα πανομοιότυπο είδωλο του εαυτού μας. Εάν εμείς οι ίδιοι δεν αλλάξουμε τις καταστροφικές για τους εαυτούς μας, αλλά και για την κοινωνία μας τακτικές που ακολουθούμε, ούτε στον αιώνα τον άπαντα θα συμπεριφερθεί διαφορετικά η πολιτική φάρα που μας διοικεί και απομυζεί εις βάρος μας κάθε τι που με μεγάλες προσπάθειες κατορθώνουμε ως λαός. Κρίμα ! Κρίμα διότι στην Ελλάδα η πολιτική και η ανειλικρίνεια έχουν καταστεί ταυτόσημες έννοιες. Οι μηδενικού βεληνεκούς πολιτικοί μας κατάφεραν σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να έχουν μπροστά τους έναν ολόκληρο λαό που δεν τολμά να ονειρευτεί.
   Κάποτε ένας σκορπιός ζήτησε από έναν βάτραχο να τον περάσει στην απέναντι όχθη του ποταμού. Ο βάτραχος ανησύχησε και είπε στον σκορπιό ότι φοβάται μήπως τον κεντρίσει και πεθάνει. Ο σκορπιός του απάντησε πως αυτό δεν είναι δυνατό, γιατί τότε θα πνιγόταν και ο ίδιος. Ο βάτραχος θεώρησε το επιχείρημα λογικό και πήρε τον σκορπιό στην πλάτη του. Στη μέση του ποταμού ο βάτραχος ένιωσε το κέντρισμα του σκορπιού. Πονούσε αφόρητα και άρχισε να ζαλίζεται. Εκεί που και οι δύο πάσχιζαν να μην πνιγούν, ο βάτραχος φωνάζει στον σκορπιό : «Γιατί το έκανες αυτό ανόητε ; Τώρα θα πνιγείς κι εσύ!». Και ο σκορπιός του απάντησε : «Δεν μπορούσα αλλιώς, έτσι είναι η φύση μου». Από την ανωτέρω εξιστόρηση πάσα ομοιότης μεταξύ σκορπιού και ελλήνων πολιτικών, είναι εντελώς συμπτωματική, ασχέτως αν η μοναδική και μόνιμη ενδόμυχη σκέψη του κάθε πολιτικού είναι : «βολέψτε εμένα πρώτα και θα δω τι μπορώ να κάνω μετά κι εγώ για τους άλλους». Τα χρόνια της μνημονιακής κατοχής οι δοσιλογικές ελληνικές κυβερνήσεις έχουν καταφέρει να προσβάλουν το ανοσοποιητικό σύστημα του ελληνικού λαού ως προς την πολιτική του συνείδηση έτσι ώστε μην μπορεί να αντιδράσει σθεναρά σε κανένα από τα παράλογα και εξοντωτικά μέτρα που λαμβάνονται εις βάρος του. Ένας άλλος λόγος που ο ελληνικός λαός δεν αντιδρά, είναι η συνεχής μετάλλαξη του επαίσχυντου πολιτικού κατεστημένου της χώρας. Παράδειγμα όταν επί δικτατορίας 1967 – 1974 μάχονταν και αντιστέκονταν ο λαός, είχε απέναντί του σκληρούς αντιπάλους, τους συνταγματάρχες μαζί με τα τσιράκια τους. Η σημερινή πολιτική συμμορία που κυβερνά τον τόπο επικαλυπτόμενη με αμφιβόλου αποτελεσματικότητας δημοκρατικούς μανδύες, με επίπλαστες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, με παρά φύσην ακροβατικές ερμηνείες και παραποιήσεις του Συντάγματος, με βιομηχανία παραγωγής ληστρικών κατά του λαού νομοθετημάτων, με έντεχνη καλλιέργεια και διάχυση του φόβου σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα της τυχών επερχόμενης καταστροφής, με διασπορά κατασκευασμένων ειδήσεων επισείοντας ανύπαρκτους κινδύνους και ότι άλλο μπορεί να  επιστρατευθεί προκειμένου αυτά τα πολιτικά ανδρείκελα να μπορούν με ευκολία να παραπλανούν τον ελληνικό λαό και να κυβερνούν. Άρα οι σημερινοί πολιτικάντηδες είναι πιο ύπουλοι και επικίνδυνοι από τους συνταγματάρχες διότι παρουσιάζονται με αλλοιωμένα τα πραγματικά τους χαρακτηριστικά, με συνέπεια ο λαός να μη διακρίνει τον πραγματικό του εχθρό για να αντισταθεί και να τον πολεμήσει.
   Μετά από μια παρατεταμένη περίοδο ευζωίας, κανένας Έλληνας δεν ήταν προετοιμασμένος για την αντιμετώπιση της σημερινής εξαιρετικά δύσκολης κατάστασης. Η κυβέρνηση δεν προστατεύει, δεν υπηρετεί, δεν σέβεται καν τον λαό. Είναι κυβέρνηση για τον εαυτό της, εξ ου και ο κόσμος απαντά αναλόγως. Φοροδιαφεύγει, αρνείται να καταβάλει τις εισφορές για την περίθαλψη, εμπαίζει τους νόμους, δωροδοκεί, εποφθαλμιά θέσεις στο Δημόσιο, επωφελείται από την διαφθορά της κρατικής μηχανής η οποία προστατεύει τους παραβάτες και εντέχνως συντηρεί την παθογένεια του συστήματος, κάνει ότι του αρέσει και μένει ατιμώρητος. Η έκπτωση της αξιοπιστίας των πολιτικών μας, απειλεί άμεσα να συμπαρασύρει και την αξιοπιστία του αντιπροσωπευτικού μας συστήματος. Ο κίνδυνος για το κράτος δικαίου βρίσκεται ακριβώς στην παρακμή αυτή. Καταλήγουμε έτσι στο συνταρακτικό συμπέρασμα : «Ενίοτε στις δημοκρατίες ο λαός έχει την κυβέρνηση  που του αξίζει». Δυστυχώς στην  Ελλάδα έχουμε και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που μας αξίζουν. Το περίεργο για όλους τους Έλληνες είναι πως επί τέσσερα χρόνια τώρα περιοριζόμαστε στο να κάνουμε μόνον διαπιστώσεις για το κακό μας χάλι και όχι για το πώς θα επανορθωθούμε από την συμφορά που μας βρήκε. Εδώ σημαντικότατο ρόλο αλλά και ευθύνη έχει και η πνευματική ηγεσία του τόπου μας.
   Εν κατακλείδι υποστηρίζω λοιπόν πως ένας πολιτικός έχει μία και μόνη ευθύνη. Να υπερασπίζεται το συμφέρον της χώρας του. Κι επειδή χώρα δε νοείται χωρίς πολίτες, ευθύνη του ηγέτη είναι η προάσπιση του συμφέροντος των ανθρώπων της χώρας, το οποίο θα πρέπει να τοποθετεί πολύ πάνω από το δικό του. Οι δική μας ηγέτες τίνος συμφέρον υπερασπίσθηκαν, όταν εξαρχής υπέγραφαν τα μνημόνια της υποτέλειας της χώρας μας ; Αν λοιπόν δεν ήταν τόσο πολύ χοντρόπετσοι, εμπαθείς και εγωπαθείς και είχαν τη στοιχειώδη ευθιξία κι
αίσθηση τιμής, θα αναλάμβαναν την ευθύνη του λάθους τους. Με θάρρος και ανδρεία θα ομολογούσαν : « ναι, βάλαμε την υπογραφή μας σε μια συμφωνία που νομίζαμε πως οδηγεί στη λύση, μα όπως αποδείχτηκε υποθηκεύει το μέλλον των πολιτών ». Όμως δεν το κάνουν. Κάνουν σαν τι γάτα που σκεπάζει τα σκατά της εκεί που τα κάνει. Προπαγανδίζουν σ’ έναν ολόκληρο λαό πως για τη δική τους υπογραφή έφταιγε η δική του κακομοιριά. Κι αυτή η προπαγάνδα συνεχίζεται τώρα επί τέσσερα  χρόνια επιτεινόμενη. Για τους θανάτους νέων ανθρώπων απ’ τα  μαγκάλια φταίνε αυτοί που τα χρησιμοποιούσαν δίχως σύνεση, για τις χιλιάδες αυτοκτονίες φταίνε αυτοί που θεοποίησαν την κατανάλωση και τώρα δεν μπορούν να αντέξουν τη φτώχεια, για το νέφος της αιθαλομίχλης απ’ τα τζάκια που μας πνίγει, φταίνε αυτοί που καίνε ό,τι βρούνε για να ζεσταθούνε, για την ανεργία φταίνε οι νέοι που δεν πάνε να δουλέψουν στα χωράφια,  για την δραματική υποβάθμιση της υγειονομικής περίθαλψης του λαού φταίει η σπατάλη στα δημόσια νοσοκομεία, για όλα τα κακά που έχει υποστεί ο ελληνικός λαός πάντα φταίνε κάποιοι άλλοι. Η ευθύνη μετατοπίζεται όλο και πιο κάτω. Αυτοί που κινούσαν τα νήματα της μάζας για πολλά χρόνια, τώρα νίπτουν τας χείρας τους. Εδώ είναι δικαιολογημένος ο αντίλογος. «Μα καλά, αυτός ο έρμος λαός δεν έχει κάποια ευθύνη ;». Έχει, όσοι ευθύνη έχει ένα παιδί που δεν ενηλικιώνεται ποτέ, γιατί δεν το άφησαν να ενηλικιωθεί οι γονείς του, γονείς ανεύθυνοι, ασυνεπείς, γεμάτοι αντιφάσεις. Η ευθύνη του λαού είναι ότι ακόμη και τώρα που όλοι οι μύθοι διαλύονται, εξακολουθεί να τρώει το παραμύθι. Τον μύθο περί της συλλογικής ευθύνης και ενοχής τον έχει χάψει κανονικά. Μόνο που και πάλι τη δική του ευθύνη δεν τη βλέπει. Γνωστό νομικό θέσφατο το ξεκαθαρίζει πως, « ένοχος, ένοχον ου ποιεί ». Ξυπνάτε μωρέ σκλάβοι !!
   Στις μέρες μας επικρατεί διάχυτη η άποψη και φυσικά δικαιολογημένη, πως η πολιτική τάξη όχι μόνο έχει αποτύχει πλήρως στο έργο της, αλλά πολύ περισσότερο, έχει προκαλέσει την οργή του ελληνικού λαού με τα παντοειδή σκάνδαλα που την επιβαρύνουν και την εκτεταμένη διαφθορά της. Όλα όσα καταγγέλλονται από τον ελληνικό λαό προκύπτουν από γεγονότα και έγγραφα  βεβαίας χρονολογίας, (μνημόνια, νομοθετικές πράξεις), για τα οποία είναι πλήρως ενήμερη η ελληνική δικαιοσύνη, η οποία θα πρέπει αταλάντευτα να ενεργοποιηθεί ώστε οι καταγγελλόμενοι να κλιθούν να  δώσουν λόγο, διότι δια  των πράξεών τους, ή των παραλείψεών τους, ή ακόμη και δια της παραπλανητικής σιωπής τους, προωθούν την υλοποίηση προμελετημένου δολοφονικού σχεδίου κατά του ελληνικού λαού και αυτό είναι κακούργημα. (Άρθρον : 232 του Ποινικού Κώδικα  περί παρασιώπησης κακουργημάτων). Εν τούτοις η απόλυτα δικαιολογημένη αγανάκτηση του λαού κατά των πολιτικών, συνοδεύεται συχνά με μια κοντόφθαλμη αντίληψη, σύμφωνα με την οποία οι ευθύνες για την παρακμή της πατρίδας μας ανήκουν αποκλειστικά στους ανήθικους και διεφθαρμένους κυβερνώντες μας. Αυτού του είδους τη νοοτροπία που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, είχε διαγνώσει από πολύ παλιά ο Αθηναίος ρήτορας Δημοσθένης (384 – 322 π.Χ.), που στο λόγο του ‘‘Περί Συντάξεως’’ κάνει την ακόλουθη εύστοχη διαπίστωση : «Δε σας κάνουν οι ρήτορες καλούς ή κακούς, εσείς τους κάνετε όπως θέλετε. Διότι εσείς δεν έχετε τις δικές τους επιδιώξεις, ενώ εκείνοι φροντίζουν ν’ ακολουθούν όσα νομίζουν ότι εσείς επιθυμείτε. Αν, λοιπόν, εσείς επιθυμούσατε το σωστό, όλα θα πήγαιναν καλά, ουδείς πλέον θα πρότεινε κάτι κακό, ή και να το πρότεινε, θα έπεφτε στο κενό, αφού κανέναν δε θα έπειθε». Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον αρχαίο ρήτορα, η ποιότητα της πολιτικής τάξης δεν αποτελεί παρά καθρέφτισμα της ποιότητας των πολιτών. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη λοιπόν, να αποκτήσουμε αυτογνωσία και να γίνουμε ευσυνείδητοι πολίτες αναγνωρίζοντας τα λάθη μας, προκειμένου και οι πολιτικοί που μας εκπροσωπούν να αναγκασθούν να ακολουθήσουν το παράδειγμά μας. Μια πολιτική αναγέννηση επομένως, που θα προέλθει όχι από την κορυφή, αλλά από τη βάση της ελληνικής κοινωνίας. Διότι σύμφωνα με τον φημισμένο ρήτορα  Ισοκράτη, (436 – 338 π.Χ.), « Σημασία έχει λοιπόν ο λαός να μάθει να επιλέγει πραγματικά δημοκρατικούς ηγέτες, να μην κάνει το λάθος να παραδίδει την εξουσία σε ανθρώπους που κανείς δε θα τους εμπιστευόταν στη δική του δουλειά, να μην επιτρέπει να εισέρχονται στην πολιτική άνθρωποι κατά γενική ομολογία διεφθαρμένοι, ούτε να ανέχεται όσους επιδιώκουν να ικανοποιήσουν τις προσωπικές τους ανάγκες με δημόσιο χρήμα, να αποκλείει όσους προσποιούνται ότι αγαπούν το λαό …». Αυτονόητο βέβαια είναι ότι οι πολίτες οφείλουν να υπερασπίζονται την πατρίδα τους, είτε από τους ξένους είτε από τους εντόπιους δυνάστες. Διότι η πατρίδα αποτελεί τη βάση της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας, όπως έχει εξηγήσει το λόγο ο Θουκυδίδης : «Μια χώρα που ακμάζει συνολικά, ωφελεί περισσότερο τους πολίτες της, παρά όταν οι πολίτες ευημερούν ο  καθένας ατομικά αλλά η χώρα στο σύνολό της παρακμάζει. Διότι αν καταστραφεί η πατρίδα, συμπαρασύρονται στην καταστροφή και όλοι όσοι ευημερούν ατομικά ενώ μια πατρίδα που ευημερεί παρέχει προστασία σε όλους. Χρέος μας είναι λοιπόν, να την υπερασπιζόμαστε όλοι μαζί».
   Κατά την προσωπική μου άποψη, η συλλογική ευθύνη είναι μία υγιής κοινωνική θεώρηση των πραγμάτων, η οποία προσδίδει στις πράξεις των ανθρώπων χαρακτηριστικά υπευθυνότητας και προκύπτει από τη σύνθεση της συμπεριφοράς ενός εκάστου χωριστά η οποία καταλήγει σε μια γενική συνισταμένη που εξυπηρετεί το σύνολο μιας ομάδας ατόμων που έχουν κοινά συμφέροντα ή κοινές επιδιώξεις. Με την συλλογική ευθύνη οι οργανωμένες κοινωνίες έχουν επιτύχει συλλογικά σημαντικά πράγματα όπως ηρωικές νίκες, κοινωνικές και οικονομικές κατακτήσεις, ή επαγγελματικές επιτυχίες. Για την εξυπηρέτηση όμως κάποιων σκοπιμοτήτων την συλλογική ευθύνη ενστερνίσθηκαν με άκρως αρνητικό τρόπο ολοκληρωτικής νοοτροπίας καθεστώτα, κρατικές υπηρεσίες, πολιτικά κόμματα, συντεχνίες, ακόμη και κοινωνικές ομάδες ή κλάδοι εργαζομένων. Ο εκχυδαϊσμός αυτής της έννοιας έχει δημιουργήσει απέχθεια σε όλη την κοινωνία. Κάθε φορά που υπάρχει έστω μία νύξη για την συλλογική ευθύνη ξεσηκώνεται μεγάλη φασαρία, ιδίως από αυτούς που έχουν λερωμένη τη φωλιά τους με προεξάρχοντες και ενορχηστρωτές τους πολιτικούς όλων των παρατάξεων. Κανένας πολιτικός δεν θέλει να  επωμίζεται τη συλλογική ευθύνη που φέρει το πολιτικό κόμμα στο οποίο είναι ενταγμένος.
   Το λαϊκό αίσθημα είναι ένας άλλος εξαιρετικά ταλαιπωρημένος κοινωνικός όρος, εξαιτίας της άφρονος και της κατά κόρον εκμετάλλευσής του από το ανερμάτιστο ελληνικό πολιτικό κατεστημένο. Στην υποσαχάρια,  ελεεινής μορφής και ολοκληρωτικής νοοτροπίας δημοκρατία της Ελλαδάγκουας, η οποία λόγω σοβαρής εγκεφαλικής αρτηριοσκλήρωσης νομίζει ότι βρίσκεται στην Ευρώπη, κατά περίεργο τρόπο το λαϊκό αίσθημα δεν διαμορφώνεται στα πεδία των κοινωνικών ζυμώσεων, ούτε στις αρένες της καθημερινής βιοπάλης του λαού. Παραδόξως το λαϊκό αίσθημα διαμορφώνεται εντός των πολιτικών – κομματικών γραφείων, εντός των πολυτελέστατων γραφείων των συλλόγων, ελληνικών τραπεζών, ελλήνων βιομηχάνων, ελλήνων εφοπλιστών, ακόμη αυτό διαμορφώνεται μέσα από υπόγειες διαδρομές εντός των διευθυντικών γραφείων των εφημερίδων από τους αρχιερείς της διαπλοκής μεγαλοεκδότες, και απάντων των τηλεοπτικών καναλαρχών περιβαλλόμενων από εξωνημένους δημοσιογράφους. Υπάρχει λοιπόν οφθαλμοφανέστατη πλήρης δυσαρμονία ως προς την διαμόρφωση του λαϊκού αισθήματος μεταξύ του λαού και του εξουσιοφρενούς πολιτικού συστήματος. Ο πολιτικός που δεν αντιλαμβάνεται και δεν  αφουγκράζεται το κυρίαρχο λαϊκό αίσθημα, είναι ο ανάξιος πολιτικός. Σήμερα υπάρχει προφανής δυσαρμονία της Βουλής με το λαϊκό αίσθημα. Σύμφωνα με το Σύνταγμα  του 1975 και μέχρι να το αναθεωρήσει ο Ανδρέας Παπανδρέου και να το κάνει απόλυτα ολοκληρωτικό το 1986, εφόσον υπήρχε δυσαρμονία της συγκρότησης της Βουλής με το λαϊκό αίσθημα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορούσε να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές. Αυτό το δικαίωμα το αφαίρεσε ο Ανδρέας Παπανδρέου και το πήρε για τον εαυτό του. Έτσι η Ελλάδα από Προεδρευομένη  Δημοκρατία κατάντησε  Προεδρευομένη Πρωθυπουργική Δημοκρατία. Σήμερα, στις απανωτές δημοσκοπήσεις που διενεργούνται, παρατηρούμε ότι η Νέα Δημοκρατία κινείται γύρο στο 20% ~21% σε πρόθεση ψήφου και το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα γύρο στο 4%~5%. Με μια τραβηγμένη αναγωγή, το συνολικό ποσοστό των δύο κομμάτων φτάνει δεν φτάνει το 30%. Δηλαδή τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), αποσπούν αυτή τη στιγμή την επιδοκιμασία  περίπου του 30% του λαού ενώ έχουν απέναντί τους το 70%. Κατ’ ουδένα τρόπο δεν μπορεί αυτό να χαρακτηρισθεί Δημοκρατία διότι δεν ανταποκρίνεται προς το λαϊκό αίσθημα και αυτό θα πρέπει να διορθωθεί με επείγουσες εκλογές. Και ενώ είναι εξόφθαλμη η εκτροπή από τα δημοκρατικά ειωθότα, το ισχύον Σύνταγμα δεν δίνει την δυνατότητα στο λαό να επέμβει με λαϊκή πρωτοβουλία για να αλλάξει τα δεδομένα. Είναι διάχυτη η επιθυμία του ελληνικού λαού εκφραζόμενη ποικιλοτρόπως από το λαϊκό του αίσθημα πως δεν θέλει να γίνουν απλά εκλογές για να αλλάξουν κάποια πρόσωπα στις θέσεις εξουσίας, εντός του ίδιου πολιτικού συστήματος, που ούτως ή άλλως καταρρέει, αλλά να γίνουν ριζικές αλλαγές στις ασκούμενες πολιτικές, που οι σημερινή νενέκικη εξουσία δεν θέλει να αλλάξει.
   Για μια ακόμη φορά, η υποκρισία και η κοροϊδία, της κατ’ επίφαση δημοκρατίας μας, στα μούτρα του λαού ήταν οι πρωταγωνιστές της πολιτικής παράστασης. Τα γνωστά τηλεοπτικά κανάλια, ως βασιλικότερα του βασιλέως, κρίνουν εκ του ασφαλούς, παρέα με αυτούς που ιδιοτελώς σιγοντάρουν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση τα πολιτικά πράγματα, όλους τους υπόλοιπους δύσμοιρους Έλληνες, χωρίς φυσικά να δώσουν την ευκαιρία για αντίλογο σε αυτούς που λοιδορούν. Εργολαβικά φτιάχνουν δικές τους δημοσκοπήσεις, που περιέργως εκ των προτέρων τις θεωρούν δεδομένες, όσο και αν αυτές  αντιτίθενται στη κοινή λογική και στο λαϊκό αίσθημα που επιμελώς το αγνοούν. Την ίδια στιγμή, κάνουν πως είναι ανύπαρκτες οι δημοσκοπήσεις που λαμβάνουν χώρα στο διαδίκτυο επειδή διαφωνούν με αυτές που έντεχνα προωθούν οι μεγαλοεκδότες, παραβλέποντας το αδιάψευστο γεγονός, ότι οι του διαδικτύου δημοσκοπήσεις συμφωνούν απόλυτα με το λαϊκό αίσθημα. Αν προσθέσουμε και το γεγονός της προκλητικότατης αδιαφορίας όλων των έμφυτα αλαζόνων αρμοδίων, υπευθύνων για τα μνημονιακά εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, καθώς και τη λυσσαλέα προσπάθεια του κράτους να αποπροσανατολίσει το λαό, όπως και τη καταδιωκτική του  μανία που επιδεικνύει σε κάθε διαμαρτυρόμενο πολίτη, επιβεβαιώνεται περισσά το γεγονός ότι η Δημοκρατία στη χώρα αυτή έχει πεθάνει από καιρό και προσποιούμαστε ότι ζούμε με το νεκρό κορμί της, σα να είμαστε οι πρωταγωνιστές στο ‘‘ Ψυχώ ’’ του Alfred Hitchcock.
   Μέσα σε όλα τα καινοφανή και παράδοξα της ελληνικής πραγματικότητας είναι και η επ’ αμοιβή διαμόρφωση του λαϊκού αισθήματος από το σινάφι των τηλεδημοσιογράφων. Κοινοβουλευτική δικτατορία χωρίς τανκς γίνεται, χωρίς τηλεόραση όχι. Μπορεί το ξενόδουλο πολιτικό μας σύστημα να σου στερήσει και τα
πλέον απαραίτητα για να επιζήσεις, αλλά εκείνο που δεν πρόκειται ποτέ να σου στερήσει είναι η τηλεόραση. Σου την παρέχει σπάταλα και όταν σου μιλάνε τα παραμάγαζα των πολιτικών κομμάτων, δεν πρέπει να μιλάς εσύ. Τα golden boys του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης πασχίζουν για να σου λύσουν όλα σου τα προβλήματα. Η δημοσιογραφία λοιπόν έχει σαν σκοπό την ενημέρωση των πολιτών είτε κοινοποιώντας ειδήσεις, είτε καταγγέλλοντας τα κακώς κείμενα, ως τετάρτη αφανής εξουσία της δημοκρατίας, είτε σχολιάζοντας. Ο έντιμος δημοσιογράφος οφείλει να είναι όσο το δυνατόν αμερόληπτος και αντικειμενικός. Είναι όμως έτσι ; Παρακολουθώντας τα τηλεοπτικά κανάλια και κυρίως τα δελτία ειδήσεων, εν ριπή οφθαλμού διαπιστώνουμε ότι οι περισσότεροι κάνουν τα εντελώς αντίθετα, σαν εντεταλμένοι μισθοφόροι. Παραπληροφορούν, μεροληπτούν και σχολιάζουν θετικά ή αρνητικά ανάλογα με ποιον θέλουν να εξυπηρετήσουν. Έχει ειπωθεί από παρεισφρήσαντες ότι μερικοί δρουν κατ’ εντολήν, «αυτόν χτύπα τον ανελέητα », ή «αυτόν μην τον ενοχλείτε », ή «αυτόν υμνήστε τον ». Την περίοδο της μνημονιακής εποχής που με άκρως επώδυνο τρόπο όλοι μας βιώνουμε, οι ασχολούμενοι με τα οικονομικά θέματα δημοσιογράφοι, με ύφος χιλίων καρδιναλίων, κάνουν αναλύσεις όχι με κριτήρια ενημέρωσης αλλά με κριτήρια εξυπηρέτησης των πολιτικών της εκάστοτε κυβέρνησης ή ανάλογα της εκάστοτε αντιπολίτευσης. Μερικοί δε εξ αυτών με μαζοχιστικό ύφος δείχνουν σαν να χαίρονται με τα όσα σκληρά και αντιλαϊκά μέτρα λαμβάνονται σε βάρος των πολιτών, ενίοτε υπερθεματίζοντάς τα. Φοβερό !! Ακόμη υπάρχουν και κάποιοι που σχολιάζουν απροκάλυπτα υμνώντας κάποιο κόμμα ή κάποιον πολιτικό ή κάποιον μεγαλοεπιχειρηματία. Ελλάς το μεγαλείο σου !!     
   Το πλέον ρυπαρό γίνεται όταν παίρνουν συνέντευξη από τον πολιτικό που συμπαθούν ή υποστηρίζουν. Όταν κάποιοι πολιτικοί δεν έχουν τη δυνατότητα να απαντούν όπως πρέπει, αυτοί τους διευκολύνουν κάνοντας ένα πρόλογο πριν την ερώτηση βάζοντας έτσι την πρέπουσα απάντηση στο στόμα του συνεντευξιαζόμενου. Αν κατά λάθος ο πολιτικός απαντήσει με όχι επιθυμητό τρόπο ξανακάνουν πρόλογο και ξαναρωτούν για να διορθώσει ο πολιτικός την απάντησή του. Αν όμως ο πολιτικός δεν είναι της αρεσκείας τους τον διακόπτουν συνεχώς και αν τα λεγόμενα του πολιτικού δεν τους αρέσουν ή υπάρχει άνωθεν εντολή, αλλάζουν θέμα. Μια από τις πιο συνηθισμένες ηθελημένες και δόλιες διαστρεβλώσεις, είναι η επιλεκτική παρουσίαση μέρους των όσων έχει πει κάποιος πολιτικός, με απώτερη επιδίωξη την πλήρη αλλοίωση του νοήματος από τα λεγόμενά του με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί εκ του μη όντως πολιτικό ζήτημα που θα βλάψει τον εν λόγω πολιτικό. Σατανικό !! Ένα άλλο σύμπτωμα των υπερφίαλων δημοσιογράφων, που έχουν κατά το κοινώς λεγόμενο, ‘‘καβαλικέψει το καλάμι ’’ είναι να προβαίνουν με φραστικές επιθέσεις και βαρείς χαρακτηρισμούς κατά πολιτικών και πολιτών που τολμούν να αμφισβητήσουν την εγκυρότητα ή την αντικειμενικότητά τους. ‘‘Θου, Κύριε φυλακήν τω στόματί μου’’ !! Άλλοι πάλι πολεμοχαρείς, διαμορφώνουν ένα  πολεμικό κλήμα ανάμεσα στους συνομιλητές που παρουσιάζουν, επιχειρώντας εντέχνως να  αυξήσουν την τηλεθέαση. Όμορφος δημοσιογραφικός κόσμος, μαγικός, αγγελικά πλασμένος !! Πολλές φορές αυτές οι ακραίες συμπεριφορές των τηλεδημοσιογράφων μας εξοργίζουν τόσο πολύ ώστε αν δεν λυπόμαστε το κόστος αντικατάστασης θα σπάζαμε όλοι τις τηλεοράσεις. Δημοσιογράφος που αρνείται να ακολουθήσει τα παραπάνω, ασκώντας καλή και  αντικειμενική δημοσιογραφία, απορρίπτεται και εξοστρακίζεται απ’ το σύστημα γιατί ‘‘ χαλάει την πιάτσα’’.
Είναι ηλίου φαεινότερον πως η απαξίωση της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα ειδικότερα τα τελευταία χρόνια είναι τόση ώστε το σύνθημα «αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι » το φωνάζουν σε κάθε διαδήλωση. Τώρα όσο για το απολεσθέν λαϊκό αίσθημα …. Αναζητείται !! Πολιτικοί και δημοσιογράφοι σε αγαστή συνεργασία ψάχνουν μήπως και το βρουν. 
   Όσο οι πολιτικοί συνεχίζουν τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια επιδεικτικά να δείχνουν πως δεν αντιλαμβάνονται το μέγιστο κακό που με άφρονες τακτικές, έχουν δημιουργήσει στον ελληνικό λαό και δεν υποψιάζονται καν τι απαιτεί το λαϊκό αίσθημα, τότε οι άνθρωποι αυτοί αν μη τι άλλο είναι βλάκες. Κοιτάξτε, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, ουκ ολίγοι εξ όσων σήμερα γεμίζουν τα έδρανα της κυβέρνησης και της συμπολίτευσης, αλλά και μέρος από τα έδρανα της αντιπολίτευσης στη Βουλή, ναι είναι. Το δείχνουν, άλλωστε, η φυσιογνωμία τους και ο τρόπος με τον οποίον μιλούν και συμπεριφέρονται. Προέρχονται από τα κατακάθια του κομματικού σωλήνα, δηλαδή άνθρωποι οι οποίοι απέκτησαν πανεπιστημιακό πτυχίο ως κομματικοί υπάλληλοι, άνθρωποι οι οποίοι ποτέ τους δεν εργάστηκαν, αλλά διορίστηκαν απευθείας σε θέσεις που επινοήθηκαν και υφίστανται γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό στον χαοτικό δημόσιο τομέα, εν ολίγοις άνθρωποι οι οποίοι σκαρφάλωσαν γλείφοντας και έρποντας μέσα στο βορβορώδες σύστημα της μεταπολιτευτικής κομματοκρατίας. Αυτοί που μας κυβερνούν δεν θέλουν να αλλάξουν το κράτος, δεν θέλουν να το μειώσουν, δεν θέλουν να κλείσουν τις μαύρες τρύπες του, επειδή απλούστατα δεν θέλουν να αλλάξουν το κόμμα, δηλαδή την πηγή της εξουσίας τους. Για τον Έλληνα πολίτη όλοι αυτοί είναι αξιομίσητα άτομα, φαιδροί τύποι, ακραία ανάγωγοι, άκρως αντιπαθητικοί, εκβιαστές της λαϊκής βούλησης, κατ’ επάγγελμα φοροφυγάδες και έχουν μία  αδικαιολόγητη εχθροπάθεια εναντίον του ελληνικού λαού. Είναι αυτοί που ανακάλυψαν την πολιτική ευθύνη και κατήργησαν την νομική ευθύνη, ώστε να μένουν πάντα ατιμώρητοι για κάθε πράξη τους.
Ο πρώτος διδάξας ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, (1907 – 1998), που είπε την περίφημη ρήση για τα συγχωροχάρτια των πολιτικών ότι, «ο λαός τους πολιτικούς δεν τους στέλνει στη φυλακή, αλλά στο σπίτι τους» Αλήθεια γιατί αυτή η διάκριση ; Δεν είμαστε όλοι οι έλληνες πολίτες ίσοι απέναντι στο νόμο ; Δυστυχώς απ’ άκρου εις άκρον, όλο το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα είναι απελπιστικά διεφθαρμένο. Οι στυγνοί εξουσιαστές μας το μόνο που έχουν κατά νου είναι, «να την σκαπουλάρουμε τώρα όπως είμαστε βολεμένοι και βλέπουμε στο μέλλον, μπορεί να ξανάρθουν οι περιώνυμες ‘‘καλύτερες μέρες’’, όπως τις ξέραμε και με τα μέσα που τις εξασφαλίζαμε». Αυτό είναι εύλογο από την πλευρά του στενού προσωπικού τους συμφέροντος. Διότι, αν το κράτος αλλάξει και ξεφύγουμε από τις γραφειοκρατικές σταλινικού τύπου αγκυλώσεις, απαλλαγούμε από τις επάρατες επαγγελματικές συντεχνίες και οι δυνάμεις της οικονομίας απελευθερωθούν, ένα είναι σίγουρο. Οι  μισοί από όλα αυτά τα πολύχρωμα πολιτικά μπουμπούκια θα βρεθούν σε πολύ χειρότερη θέση από αυτήν στην οποίαν έχουν οδηγήσει μέχρι σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα. Θα καταντήσουν σαν τους στρατηγούς, τους διπλωμάτες και τους κομματικούς κομισάριους της Αλβανίας του Εμβέρ Χότζα, (1908 – 1985), που έγιναν νυχτοφύλακες και κλητήρες.
   Τα χρόνια της οικονομικής ύφεσης και του κοινωνικού εξανδραποδισμού της ελληνικής κοινωνίας, τα δύο κυβερνητικά συστημικά πολιτικά κόμματα, Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα και Νέα Δημοκρατία, που με διάφορα συνθήματα υπεξαίρεσαν στο παρελθόν τη λαϊκή ψήφο με τα αλήστου μνήμης συνθήματα, «επανίδρυση του κράτους», «λεφτά υπάρχουν», «ανάπτυξη», κι ακολούθησε κατόπιν μια μακρά αλυσίδα εγκληματικών λαθών, που εν πολλοίς οδήγησαν τη χώρα στα σημερινά αδιέξοδα, αφού προηγουμένως έθεσαν όλους τους Έλληνες σε βαριά κατάθλιψη, την οικονομία στα πρόθυρα της κατάρρευσης, την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας μας σε τεράστιο κίνδυνο και μετά από όλα αυτά να θέλουν ένα από τα δύο να επανεκλεγεί για να επανακαταλάβει τον κυβερνητικό θώκο. Παρόλα τα εγκλήματα που έκαναν σε βάρος της χώρας μας, τα κόμματα αυτά, αποτελεί ασυγχώρητη αλαζονεία, απόδειξη ασύμβατης σχέσης με το λαϊκό αίσθημα, και εν τέλει, έλλειψη κάθε επαφής με τον Έλληνα πολίτη, να τολμούν να φλερτάρουν ξανά αναιδώς με την εξουσία Κάθε κόμμα που δεν παραδέχεται τα λάθη του, δεν πασχίζει να τα διορθώσει, αλλά αλαζονικά και περιφρονητικά για το λαϊκό αίσθημα ζητεί την επανεκλογή του, στην πράξη ομολογεί ότι θα συνεχίσει την ίδια πολιτική που του εξασφάλισε την επανεκλογή του. Η έμφυτη αλαζονεία αλλά και η επιλεκτική απώλεια μνήμης, τόσο του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, όσο και του αντιπροέδρου Ευάγγελου Βενιζέλου, τους οδηγούν σε βαθιά προσβολή του λαϊκού αισθήματος και σε ασέβεια του Δημοκρατικού Πολιτεύματος. Χωρίς αιδώ μετέρχονται κάθε πρόσφορο μέσον για να πείσουν τους ιθαγενείς νεοέλληνες πως μόνον αυτοί έχουν  τις πλέον αγνές προθέσεις για να αποκαταστήσουν κάθε αδικία και κάθε τι παράλογο και καταχρηστικό που έχει γίνει εις βάρος τους τα τελευταία χρόνια. Ο Όσκαρ Ουάιλντ, (1854 – 1900), όμως προειδοποιεί κάθε εύπιστο πως, «ο δρόμος για την κόλαση είναι πάντα στρωμένος με αγνές προθέσεις ». Θα τους εμπιστευθούμε ξανά ; Τα τραγικά λάθη επιφέρουν και τραγικές συνέπειες. Με την σημερινή κατάσταση ως έχει, τίποτε δεν σώζεται. Εκτός αν κάποιοι ξένοι αναλάβουν πλήρως τη διοίκηση της χώρας που γεννήθηκε από το αίμα Βρετανών, Γάλλων και Ρώσων ναυτών στο Ναβαρίνο το 1828.
   Κατά την προσωπική μου άποψη αν θέλουμε να βελτιωθεί η σημερινή ζοφερή εικόνα της κοινωνίας μας, θα πρέπει πρώτα να βελτιώσουμε τους εαυτούς μας και την δική μας απόδοση. Ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να προάγουμε το δημόσιο καλό είναι : 
α) Να έχουμε αίσθημα ευθύνης για τις πράξεις μας προς την κοινωνία και γενναιοδωρία προς τους αδύναμους.                                                        
β) Να μην κρίνουμε τους άλλους αν πρώτα εμείς οι ίδιοι δεν δίδουμε το καλό παράδειγμα με τις πράξεις μας.        
γ) Να μην είμαστε άρπαγες συμφεροντολόγοι και εκμεταλλευτές του μόχθου των συνανθρώπων μας. 
δ) Να έχουμε την αίσθηση του δικαίου και να μη διαφθείρουμε συνειδήσεις συνανθρώπων μας.                                                  
ε) Να σεβόμαστε τους νόμους της πολιτείας και να μην παρανομούμε για ίδιον όφελος.                
στ) Να διδασκόμαστε και να βελτιωνόμαστε συνεχώς, αλλά και να μεταδίδουμε τις γνώσεις μας στους άλλους.             
ζ) Να εργαζόμαστε με ευσυνειδησία και να προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας με τον προσήκοντα τρόπο.  
η) Να είμαστε υπεύθυνοι πολίτες και να δείχνουμε ενδιαφέρον για τα κοινά που αφορούν το κοινωνικό σύνολο.
θ) Να μην αποδεχόμαστε και να μην αδιαφορούμε για κάθε τι παράνομο που εμπίπτει στην αντίληψή  μας.       
ι) Να έχουμε πάντα στη σκέψη μας ότι θα πρέπει να αφήνουμε κάτι καλύτερο από αυτό που εμείς βρήκαμε.


www.isigoros.blogspot.com                   ΙΣΗΓΟΡΟΣ   ΙΣΟΝΟΜΟΣ                 Ιανουάριος   2014         


   

                                 
   


      ΔΙΚΑΣΤΕΣ  ΜΕ  ΕΛΕΥΘΕΡΟ  ΦΡΟΝΗΜΑ

    Η δομή του νεοελληνικού κράτος μετά την απελευθέρωσή του από την τουρκική δουλεία, στηρίχθηκε σε τρεις απόλυτα διακριτές και αυτόνομες ως προς την λειτουργία τους κρατικές εξουσίες, οι οποίες είναι άρρηκτα συνυφασμένες με το δημοκρατικό πολίτευμα, μη επιδεχόμενες ουδαμόθεν, εισπηδήσεις αρμοδιοτήτων της μίας επί της άλλης. Οι τρεις αυτές κρατικές λειτουργίες, θεωρητικά τουλάχιστον για τα μέχρι τώρα δεδομένα της ελληνικής πολιτείας, είναι η νομοθετική λειτουργία, δηλαδή το κοινοβούλιο, η εκτελεστική λειτουργία, δηλαδή η κυβέρνηση και η δικαστική λειτουργία, δηλαδή η διασφάλιση της δικαιοσύνης και η εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας. Τοιουτοτρόπως εξασφαλίζεται πανταχόθεν ένα δημοκρατικό πολίτευμα από αυτούς που τυχόν το επιβουλεύονται, ώστε ο λαός να απολαμβάνει τα αγαθά της δημοκρατίας. Η επικρατούσα και εσφαλμένως τοποθετημένη όμως νοοτροπία των νεοελλήνων, διαστρεβλώνει την ορθότητα κάθε έννοιας στην πολιτική ζωή του τόπου. Στην Ελλάδα η αυτονόητη εκπλήρωση του καθήκοντος για κάθε κρατικό λειτουργό, έφθασε σε παραλογισμό, να θεωρείτε ότι είναι ηρωισμός ή κατόρθωμα. Δυστυχώς προοδευτικά η κατάσταση βαίνει διαρκώς επιδεινούμενη, με εμφανείς ενδείξεις υστέρησης των δημοκρατικών θεσμών. 
    Η Ελληνική Δικαιοσύνη, προς τιμήν της, στα 185 χρόνια από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του έθνους, έχει να παρουσιάσει μεγάλο αριθμό από τους λειτουργούς της, που επιτέλεσαν στο ακέραιο το καθήκον τους, υπακούοντες στην συνείδησή τους, περιφρονώντας τις υποδείξεις, τις νουθεσίες, τις προειδοποιήσεις ή και τις απειλές ακόμα της πολιτικής εξουσίας. Ξεχωρίζουν όμως δύο περιπτώσεις οι οποίες δείχνουν την άκρα αφοσίωση στο καθήκον κάποιων δικαστικών λειτουργών οι οποίοι δεν ενέδωσαν στα επιτακτικά κελεύσματα της κρατικής ή παρακρατικής εξουσίας και δοξάστηκαν στην συνείδηση του ελληνικού λαού. Στη δίκη των στρατηγών Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και Δημητρίου Πλαπούτα, το 1834 στο Ναύπλιο. Τότε οι δικαστές Αναστάσιος Πολυζωϊδης και Γεώργιος Τερτσέτης αρνήθηκαν να υπογράψουν την καταδίκη των δύο πρωταγωνιστών της παλιγγενεσίας εις θάνατον δια της λαιμητόμου. Όπως και στη δίκη για την δολοφονία του ανεξάρτητου βουλευτή της αριστεράς, Γρηγόρη Λαμπράκη και στην ανάκριση που προηγήθηκε, το χρονικό διάστημα Μάιος 1963 μέχρι Σεπτέμβριο 1964 στη Θεσσαλονίκη. Τότε οι δικαστές Παύλος Δελαπόρτας και Χρήστος Σαρτζετάκης, αρνήθηκαν να υπακούσουν στις προτροπές και στις υποδείξεις των κρατικών και παρακρατικών μηχανισμών. Αποκάλυψαν όχι μόνο τους φυσικούς, αλλά κυρίως τους ηθικούς αυτουργούς, που ήταν οι στυλοβάτες του μετεμφυλιοπολεμικού κράτους, ανώτατα στελέχη της Ασφάλειας και της Χωροφυλακής. 
   Ιστορικά ο ελληνικός λαός, εμπιστεύεται και εκτιμά την ελληνική δικαιοσύνη διότι αυτή στάθηκε αρωγός του σε κάθε στιγμή που είχε την ανάγκη της. Ο αδύναμος πολίτης όταν αδικείται από τις αυθαιρεσίες των άλλων κρατικών εξουσιών, βρίσκει καταφύγιο και ηθική συμπαράσταση στην ελληνική δικαιοσύνη. Ανέκαθεν με ανιδιοτέλεια οι δικαστές έδειχναν την ανάλογη κατανόηση στον κάθε απροστάτευτο πολίτη, κάτι που οι άλλοι δημόσιοι λειτουργοί, είτε απέφευγαν να πάρουν θέση, είτε έδειχναν μία αδικαιολόγητη αυταρχικότητα.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ  ΠΟΛΥΖΩΙΔΗΣ – ΓΕΩΡΓΙΟΣ  ΤΕΡΤΣΕΤΗΣ 
Αρνήθηκαν με περισσή αυταπάρνηση να υπογράψουν τη θανατική καταδίκη των Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και Δημητρίου Πλαπούτα.
    Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (1770 – 1843 ), συνελήφθη και φυλακίσθηκε στο Ιτς-Καλέ (Παλαμίδι), στις 6 Σεπτεμβρίου 1833, σε ηλικία 63 ετών,  με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, διότι όπως είχε κατηγορηθεί, κυρίως από τον πολιτικό του αντίπαλο Ιωάννη Κωλέττη (1774 – 1847), ο ίδιος μαζί με άλλους στρατιωτικούς, ετοίμαζαν συνομωσία για τη ανατροπή του ανήλικου βασιλιά Όθώνα (1815 – 1867). Μαζί του κατηγορήθηκαν επίσης ο εξάδελφός του Δημήτρης Πλαπούτας (1786 – 1864), πρωτεργάτης κι αυτός της επανάστασης του 1821, ο Κίτσος Τζαβέλας (1800 – 1855), ο Θεόδωρος Γρίβας (1797 – 1862), ο Νικόλαος Κριεζώτης (1785 – 1853) ο Νικηταράς, (Νικήτας Σταματελόπουλος) (1782 – 1849)  και μερικοί ακόμα αγωνιστές. Τελικά στο εδώλιο του κατηγορουμένου βρέθηκαν μόνο ο Γέρος του Μοριά και ο Δ. Πλαπούτας. Η δίκη έγινε στο παλιό τζαμί του Ναυπλίου, της πρώτης πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Κράτησε πολλές ημέρες και τελείωσε στις 25 Μαΐου 1834.  Η ποινή για  τον Θ. Κολοκοτρώνη και τον Δ. Πλαπούτα ήταν θανατική εκτέλεση στη λαιμητόμο, εντός 24 ωρών. Στο άκουσμά της ο πρώτος σταυροκοπήθηκε, ο δεύτερος αναλύθηκε σε λυγμούς. Το ακροατήριο έμεινε άναυδο. « Άδικα σε σκοτώνουν στρατηγέ….» ψιθύρισε στον Θ. Κολοκοτρώνη ένα από τα παλικάρια του, που του συμπαραστέκονταν. Η ιστορία δεν έγραψε το όνομά του. Όμως κατέγραψε την απάντηση που έδωσε ο αγέρωχος πολέμαρχος. « Γι’ αυτό λυπάσαι; Καλύτερα  να σε σκοτώνουν άδικα, παρά δίκαια !».
    Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο Αναστάσιος Πολυζωίδης (1802 – 1873), καταγόμενος από το Μελένικο, ένα χωριό της βορειοανατολικής Μακεδονίας στα βόρεια της πόλης των Σερρών. Κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας από τα όσα είχε ακούσει δεν είχε βεβαιωθεί απόλυτα για την ενοχή των κατηγορουμένων. Οι αντιβασιλείς, ‘Αρμανσμπεργκ, Μάουερ, Έυδεκ, Γκρένερ και Άμπελ, είχαν καταφέρει να πείσουν ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας ότι οι κατηγορούμενοι ήταν πραγματικά ένοχοι σε αυτά που κατηγορούνταν. Μέλη του δικαστηρίου ήταν ο εξ Ζακύνθου Γεώργιος Τερτσέτης (1800 – 1874), ο Δ. Σούτσος, ο Α. Βούλγαρης και ο Φ. Φραγκούλης. Ο αντιβασιλέας Μάουερ είχε εκ των προτέρων αποφασίσει να πάρει τα κεφάλια των δύο ηρώων. Για την ευόδωση των σκοπών του χρησιμοποίησε τον υπουργό Δικαιοσύνης Κωνσταντίνο Σχινά (1801 – 1857), και τον εισαγγελέα της έδρας Εδουάρδο Μάσον (1800 – 1873). Όταν η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε, ο Α. Πολυζωίδης  ως πρόεδρος κάλεσε το δικαστήριο σε διάσκεψη.  Ο Μάουερ ήθελε να τελειώσει με συνοπτικές διαδικασίες η διάσκεψη. Συνέβη όμως ο Α. Πολυζωίδης να έχει σχηματίσει ακλόνητη δικαστική πεποίθηση ότι οι κατηγορούμενοι ήταν αθώοι, διότι δεν είχαν βρεθεί ενοχοποιητικά στοιχεία. Πρώτος πήρε το λόγο ο Γ. Τερτσέτης και μίλησε για την αθωότητα των δύο πολέμαρχων. Ο Δ. Σούτσος που ήταν και γαμβρός του Κ. Σχινά, ψήφισε υπέρ της καταδίκης  σε θάνατο. Το ίδιο και οι Α. Βούλγαρης, Φ. Φραγκούλης. Μέχρι στα γόνατά τους έπεσαν ο Α. Πολυζωίδης και Γ. Τερτσέτης για να τους μεταπείσουν. Εκείνοι έσπευσαν στον υπουργό Δικαιοσύνης Κ. Σχινά για να δουν τι θα κάνουν. Αυτός έγινε έξαλλος. Τους διέταξε να επιστρέψουν αμέσως στην αίθουσα συσκέψεων.
   Ταυτόχρονα έστειλε αστυνομικούς κλητήρες για να φέρουν πίσω τους δύο αντιρρησίες, που στο μεταξύ είχαν γυρίσει στα σπίτια τους. Ο Δ. Σχινάς συνεννοείται με τον αντιβασιλέα Μάουερ, σπεύδει με την επίσημη στολή του στο δικαστήριο και διατάσσει τους δύο διαφωνούντες να υπογράψουν τη θανατική καταδίκη.
« Εν ονόματι του βασιλέως σας διατάσσω να υπογράψετε την απόφαση», φωνάζει.
« Προτιμώ να μου κόψετε το χέρι !», απαντά ο Α. Πολυζωίδης.
« Δεν θα με έχετε συνεργό στον φόνο δύο αθώων ανθρώπων », λέει ψύχραιμα και ξεκάθαρα ο Γ. Τερτσέτης.
    Έξαλλος ο υπουργός Δικαιοσύνης παραγγέλλει στους αστυνομικούς κλητήρες να χρησιμοποιήσουν τις ξιφολόγχες για να τους σύρουν τους δύο νομικούς στην αίθουσα του δικαστηρίου. Οι χωροφύλακες εκτελούν την εντολή, τους χτυπούν, τους σχίζουν τα ρούχα. Την απόφαση διάβασε ο Δ. Σούτσος, ενώ ο Α. Πολυζωίδης κρατούσε το κεφάλι του ανάμεσα στις παλάμες του. Η απόφαση προκάλεσε μεγάλο σάλο. Λίγες ώρες αργότερα η βαυαρική αντιβασιλεία υποχρεώθηκε να μετατρέψει την ποινή σε ισόβια κάθειρξη. Με την ενηλικίωσή του ο βασιλιάς  Όθων – αυτός « ο νεαρός βλάξ », όπως τον αποκαλούσε ο Κάρολος Μαρξ -  έδωσε χάρη. Στο μεταξύ, ο Κολοκοτρώνης είχε περάσει στις φυλακές μεταχείριση που δεν του είχαν επιφυλάξει ούτε οι Οθωμανοί διώκτες του. Έζησε για  εφτά μήνες στα μπουντρούμια των μεσαιωνικών φυλακών στο Παλαμήδι και την Ακροναυπλία.
    Στα απομνημονεύματά του, που διηγήθηκε στον Γ. Τερτσέτη ο Κολοκοτρώνης λέει με παράπονο. «Μ’ έβαλαν φυλακή χωρίς να βλέπω κανέναν εκτός από τον δεσμοφύλακά μου. Δεν ήξερα τόσους μήνες τι γίνεται έξω, ποιος ζει, ποιος πεθαίνει, ποιον άλλον έχουν φυλακισμένο. Ποτέ δεν πίστευα ότι θα φτάσουν σε τέτοιο σημείο να φτιάξουν ψευδομάρτυρες».      

ΠΑΥΛΟΣ  ΔΕΛΑΠΟΡΤΑΣ – ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ  
Αντιστάθηκαν στις μεθοδεύσεις κράτους και παρακράτους και έστειλαν στο ειδώλιο τους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς, της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη.         
    Στις 22 Μαΐου 1963, ο Γρηγόρης Λαμπράκης, (1912- 1963), 51 ετών, υφηγητής της ιατρικής, βαλκανιονίκης, μαχητικός ειρηνιστής και ανεξάρτητος βουλευτής της Αριστεράς, δολοφονήθηκε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, με την εναρμονισμένη δράση του κράτους, του παρακράτους και του υπόκοσμου. Το παρακράτος γεννήθηκε τα χρόνια της ναζιστικής κατοχής, αλλά κυρίως η εκτροφή του αρχίζει αμέσως μετά την απελευθέρωση και γίνεται πανίσχυρο στην διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και ουσιαστικά κυρίαρχο. Οι παρακρατικοί πρώην συνεργάτες των Γερμανών, μετεξελίχθηκαν σε φανατικούς θιασώτες του ψυχρού πολέμου. Φόρεσαν την λεοντή του υπερπατριώτη, του μέχρι θανάτου αντικομουνιστή, του υποστηρικτή των αμερικανοστήρικτων κυβερνήσεων, οι οποίες είχαν εδραιωθεί μετά της εκλογές του 1952. Το μονοκομματικό κράτος της Δεξιάς, που εξέθρεψε το παρακράτος, το μετέτρεψε σε ένα επικίνδυνο τέρας, το οποίο τελικά εστράφη κατά του εκτροφέα του. Οι πρωταγωνιστές του κράτους και του παρακράτους που δολοφόνησαν τον Γρηγόρη Λαμπράκη, είχαν δύο κοινά χαρακτηριστικά που καθόριζαν το βαθμό της ομοιότητας  και της αλληλεξάρτησής τους. 1. Όλοι τους σχεδόν είχαν σταδιοδρομήσει στο κλήμα του δωσιλογισμού. Είχαν υπηρετήσει τους κατακτητές και διασώθηκαν από τις ποινικές και ηθικές συνέπειες της προδοσίας τους μόνο χάρη στην προστασία που τους παρείχαν οι ξένες δυνάμεις, και το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο, διότι πλέον οτιδήποτε  έκαναν γίνονταν στο όνομα  του αντικομουνισμού.  
2. Όλοι τους είχαν αναγάγει την εθνικοφροσύνη σε χρυσοφόρα δραστηριότητα, η οποία τους επέτρεπε να μεταμορφώσουν το προδοτικό και δωσιλογικό  παρελθόν τους σε ύψιστη εθνική προσφορά και μέσω του επαγγελματικού αντικομουνισμού, να διασφαλίζουν τα προς το ζην και να μετέχουν στη νομή της εξουσίας σε διάφορα επίπεδα. Τότε στην Ελλάδα μόνον ο σκληρός αντικομουνιστής είχε μέλλον.    
    Μέσα σε ένα ιδιαζόντως φορτισμένο πολιτικό κλήμα άρχισε στην Θεσσαλονίκη αμέσως μετά τη δολοφονία η δικαστική διαδικασία για την υπόθεση αυτή. Το 1963 ως εισαγγελέας Εφετών στη Θεσσαλονίκη, υπηρετούσε ο αείμνηστος Παύλος Δελαπόρτας, (1905 – 1980) και από την θέση αυτή αναμείχθηκε στην υπόθεση της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη, καθώς είχε την γενική εποπτεία των ανακρίσεων. Η καταγωγή του εισαγγελέα ήταν από τα Κουφαλάτα, ένα μικρό χωριουδάκι κοντά στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς. Η παροιμιώδεις προσήλωσής του εις το καθήκον του εισαγγελικού λειτουργού, η άτεγκτη και ανεπηρέαστη κρίση του, αλλά και ο αδαμάντινος χαρακτήρας του, σε συνάρτηση με την αρτιότατη επιστημονική του κατάρτιση, όλα αυτά μαζί συνετέλεσαν ώστε να αποκαλυφθεί ο ζοφερός και ανέλεγκτος παρακρατικός μηχανισμός που δρούσε παράλληλα και σε αγαστή συνεργασία με τον ολοκληρωτικής νοοτροπίας κρατικό μηχανισμό, με κορύφωση της ανομολόγητης σχέσης τους , την δολοφονία του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη. Ο Γρ. Λαμπράκης μπήκε στο μάτι του κυκλώνα, όταν βουλευτής της Αριστεράς στα 51 χρόνια του, επιχείρησε να σπάσει την απαγόρευση της 1ης Μαραθώνιας Πορείας Ειρήνης, που είχε προγραμματισθεί να πραγματοποιηθεί την Κυριακή 21 Απριλίου 1963. Η αμερικανοστήρικτη τότε ελληνική κυβέρνηση επειδή θεωρούσε ότι όλα τα Ευρωπαϊκά Κινήματα Ειρήνης κινούνται με το άρμα της Σοβιετικής Ένωσης, απαγόρευε ‘’αυστηρώς και δια ροπάλου’’ κάθε ειρηνιστική εκδήλωση. Μόλις ένα μήνα αργότερα, το βράδυ στις 22 Μαΐου, δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη, μετά από εκδήλωση για την ειρήνη και τον αφοπλισμό, στην οποία ήταν κεντρικός ομιλητής. Ένας συρφετός παρακρατικών μιασμάτων, υπό την προστασία της Χωροφυλακής, που παρουσιάζονταν ως ‘’αγανακτισμένοι και ανησυχούντες πολίτες’’, είχε οργανώσει αντισυγκέντρωση έξω από την αίθουσα της εκδήλωσης. Κατά την έξοδο του βουλευτή, το τρίκυκλο του Σπύρου Γκοτζαμάνη, γνωστού παρακρατικού και προβεβλημένου μέλους του υπόκοσμου της Θασσαλονίκης, με επιβαίνοντα τον σεσημασμένο από το Τμήμα Ηθών και Λεσχών της Κρατικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, χτύπησε θανάσιμα τον βουλευτή. Η ειρωνεία της τύχης είναι πως ο Γρ. Λαμπράκης είχε κλείσει την ομιλία του με την ευαγγελική φράση ‘’Μακάριοι οι ειρηνοποιοί’’.  Από τα πρώτα στάδια της ανάκρισης, αρχίζει να εξυφαίνεται προς τα πού θα ήθελε να οδηγήσει το ιδιότυπο ημιφασιστικό αυταρχικό μετεμφυλιοπολεμικό κράτος την υπόθεση, θέλοντας να βάλει στο απυρόβλητο όλους τους εξωθεσμικούς μηχανισμούς του, επιχειρώντας να παρουσιάσει μια δολοφονία ως τροχαίο ατύχημα. Για τον σκοπό αυτό ενήργησε ως κοινός λοβιτουρατζής και νταβατζής του υπόκοσμου. Η ηγεσίας της  Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποκρύψει κρίσιμα στοιχεία και να εκφοβίσει τους μάρτυρες. Η ηγεσία της δικαστικής εξουσίας, με προεξάρχοντα τον θλιβερό μηχανορράφο και πρώτον πρωθυπουργό της Χούντας των συνταγματαρχών, τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κόλλια  (1901 – 1998), που ασκούσε φοβερές πιέσεις, νουθεσίες, εξωδικαστικές μεθοδεύσεις, ακόμα και ευθείες απειλές, ώστε η υπόθεση να κλείσει γρήγορα και χωρίς έρευνα. Εις μάτην όμως όλων αυτών, διότι ο ανυποχώρητος εις το καθήκον του, αείμνηστος Εισαγγελέας Εφετών Θεσσαλονίκης  Παύλος Δελαπόρτας αποποιούμενος κάθε παράταιρης ενέργειας, επεδίωξε με αυταπάρνηση να αποκαλύψει τους φυσικούς αλλά και τους ηθικούς αυτουργούς, αυτού του αποτρόπαιου εγκλήματος, σύμφωνα με την ηθική και την συνείδησή του.
    Ανακριτή για αυτή την εξαιρετικά σπουδαία υπόθεση, τοποθέτησε στις 25 Μαΐου 1963, τον σχετικά νέον στο δικαστικό σώμα αλλά άρτια καταρτισμένο και υπηρεσιακά επιβραβευμένο δικαστή, Χρήστο Σαρτζετάκη (1929 -   ), υπό του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, εισαγγελέα Δημήτριου Παπαντωνίου, ενός άμεμπτου και αφοσιωμένου στο υπηρεσιακό καθήκον, ο οποίος περίπου δύο μήνες αργότερα αντικαταστάθηκε από τον εισαγγελέα Στυλιανό Μπούτη. Ο Στυλιανός Μπούτης ανέλαβε τη διεύθυνση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης την 1η Αυγούστου 1963 και ήταν από τους εισαγγελείς που τίμησαν ιδιαίτερα την δικαιοσύνη, ακατάβλητος στην επιτέλεση του καθήκοντος και άψογος στο περιβάλλον της εργασίας του. Διακρινόμενος για την ευαισθησία του, ο Ηπειρώτης στην καταγωγή εισαγγελέας, συνήθως έλεγε, ’’τα πάντα τελούνται εν δικαίω’’. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κ. Κόλλιας συνέχιζε τις αήθεις παρεμβάσεις του, θέλοντας να επηρεάσει την ανάκριση και απευθυνόμενος απειλητικά προς τον εισαγγελέα Στ. Μπούτη του δήλωσε. ‘’Θα λογοδοτήσουν σε μένα οι Σαρτζετάκηδες, Παπαντωνίηδες. Πήγαινε κι εσύ να προστεθείς σ’ αυτούς’’. Έλεγε όμως και άλλα βδελυρά και αποκρουστικά, ‘’Δεν είναι δυνατόν να υποπτεύεται τις, ανωτάτους αξιωματικούς της Χωροφυλακής, οίτινες  έχουν αναλώσει την ζωήν των εις την υπηρεσίαν της Πατρίδος’’. Η διεξαγόμενη ανάκριση, μέσα από μύριες δυσκολίες προσπαθούσε να εξιχνιάσει το έγκλημα και να καταλογίσει τις ευθύνες. Οι παρακωλύσεις, τα προσκόμματα και οι πανταχόθεν πιέσεις που ορθώνονταν καθημερινά επίτηδες από τα διάφορα παράκεντρα εξουσίας, ακόμη και από την χωροφυλακή, καθιστούσαν το έργο της ανάκρισης εξαιρετικά δύσκολο και ο εισαγγελέας Στ. Μπούτης, υποστηρίζοντας με όλες του τις δυνάμεις τον νεαρό Ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη, με την πολύχρονη πείρα του, έδιδε λύσεις σε πολλά ανακύπτοντα ζητήματα, αλλά και θάρρος ώστε ο νεαρός Ανακριτής να μπορέσει να φέρει εις πέρας το τιτάνιο αυτό έργο.
    Ο Χρήστος Σαρτζετάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1929. Στο δικαστικό σώμα εισήχθη το 1956 ως Ειρηνοδίκης. Το 1963 τοποθετήθηκε Πρωτοδίκης Θεσσαλονίκης με καθήκοντα Ανακριτή του Πλημμελειοδικείου. Από την θέση αυτή αναμείχθηκε στην υπόθεση της στυγερής δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη και στάθηκε ακλόνητος βράχος στην εκτέλεση του καθήκοντός του. Δεν ενέδωσε σε πιέσεις, δεν κάμφθηκε από απειλές, αλλά με την πίστη του στην τήρηση της νομιμότητας, την γρανιτένια του πυγμή και πάνω απ’ όλα την άδολη και καθαρή συνείδησή του, μπόρεσε να στοιχειοθετήσει ότι επρόκειτο για ένα προμελετημένο έγκλημα και να αποκαλύψει τους ηθικούς αυτουργούς του. Το έγκλημα της Θεσσαλονίκης είχε σχεδιαστεί με  αριστοτεχνικό τρόπο από υψηλόβαθμα στελέχη της Χωροφυλακής, μέχρι και την τελευταία του λεπτομέρεια. Και θα παρέμεινε στην ιστορία σαν το ‘’τέλειον έγκλημα’’ αν η μέχρι αυτοθυσίας τόλμη του Εμμανουήλ Χατζηαποστόλου, του επονομαζόμενου και «Τίγρη», (που όρμησε στο εν κινήσει τρίκυκλο και έπιασε τους δολοφόνους), δεν ανέτρεπε τους υπολογισμούς των σχεδιαστών. Έτσι μετά την προφυλάκιση των φυσικών αυτουργών, Σπύρου Γκοτζαμάνη και Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, ακολούθησαν τρανταχτά ονόματα της Χωροφυλακής, ως ηθικών αυτουργών, όπως Κωνσταντίνος Μήτσου, υποστράτηγος, Επιθεωρητής Βορείου Ελλάδος, Ευθύμιος Καμουτσής, Συνταγματάρχης  Διευθυντής Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνος Δόλκας, Αντισυνταγματάρχης, Μιχαήλ Διαμαντόπουλος, Αντισυνταγματάρχης, Τρύφων Παπατριανταφύλλου, Μοίραρχος, Δημήτριος Σέττας, Ταγματάρχης, Εμμανουήλ Καπελώνης, υπομοίραρχος και άλλοι. Στο απυρόβλητο έμεινε ο υπομοίραρχος Εθνικής Ασφάλειας, Δημήτριος Κατσούλης, του τμήματος Δίωξης Κομμουνιστών, ο οποίος την ημέρα του εγκλήματος – σύμφωνα με μαρτυρίες του Ε. Εμμανουηλίδη και άλλων- είχε μιλήσει σε συγκέντρωση παρακρατικών στο 5ο Αστυνομικό Τμήμα Θεσσαλονίκης και αφού έδωσε οδηγίες για την αντισυγκέντρωση, τόνισε ότι ‘’απόψε στόχος μας είναι ο Λαμπράκης’’.
    Η δικαστική αυτή τετράδα, Π. Δελαπόρτας, Στ. Μπούτης, Δ. Παπαντωνίου και Χ. Σαρτζετάκης, έσωσε την τιμή της Ελλάδος. Ακέραιοι και τίμιοι αντέστησαν στις ισχυρότατες πιέσεις να εναρμονίσουν την ανάκριση προς την κατεύθυνση συγκαλύψεως του εγκλήματος. Ο αείμνηστος Παύλος Δελαπόρτας στην πολύκροτη δίκη που έγινε στην Θεσσαλονίκη από την 1η Οκτωβρίου 1966 μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 1966, διετέλεσε Εισαγγελέας της Έδρας και από την θέση αυτή πάσχισε με όλες τις δυνάμεις να ρίξει άπλετο φως σε αυτό το αποτρόπαιο πολιτικό έγκλημα. Η αγόρευσής του, διάρκεσε δύο ημέρες και αποτελεί έναν ύμνο για την δημοκρατία και το ελεύθερο φρόνημα των αδούλωτων ανθρώπων, με τελική του πρόταση να κηρυχθούν όλοι ένοχοι κατά το κατηγορητήριο. Χαρακτηριστικό είναι αυτό το απόσπασμα από την αγόρευσή του.
    ‘’Οι άνθρωποι αυτοί που κλήθηκαν δύο ημέρες πριν (από την δολοφονία του Λαμπράκη ) και βοήθησαν τους «Γορίλες» της προσωπικής ασφάλειας του στρατηγού Ντε Γκολ στο έργο τους, εκαλούντο για να παίξουν το βράδυ της 22ης  Μαΐου 1963 τους Ρινόκερους του Ιονέσκο, εκ του φυσικού. Και πράγματι το έπαιξαν με μεγάλη επιτυχία. Αποτελεί δεινή ύβρη και μείωση του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας, η καταφυγή προς ενίσχυσή τους, στην ιδιωτική οργάνωση οιουδήποτε που αποτελείται από κατάλοιπα υποπροϊόντων του Χίτλερ, από γιγαντοκύτταρα  δωσολογικής λευχαιμίας που κυκλοφορούν δυστυχώς ακόμη στο ελληνικό αίμα, από κακοποιούς  διαφόρων βαθμών και ειδών, από ιδεολογικούς σκηνίτες τους οποίους μνημόνευσα πιο πάνω και από άλλους φτωχούς διαβόλους που, σε κάθε περίσταση και ευκαιρία, «ζητούν οι ταλαίπωροι να μπαλωθούν» (κατά τον ποιητή)…. Από τέτοια κοινωνικά βυθοκορήματα αναμένονταν βοήθεια και σ’ αυτά θα ανατίθονταν σε ώρα κρίσης, η ενίσχυση των Σωμάτων Ασφαλείας και η μεγάλη και αγία υπόθεση «της υπερασπίσεως της Πατρίδος και του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού παντού, πάντοτε και δι’ όλων των μέσων», κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του Γιοσμά που αναγράφονται πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη. Άλλοτε, εκείνοι που καταδικάζονταν για ζωοκλοπή, στερούνταν της τιμής να υπηρετήσουν στο Στράτευμα, με τη σκέψη ότι η υπεράσπιση της Πατρίδος είναι έργο των αγνών, των τιμίων, των ανιδιοτελών και των ενάρετων ανθρώπων, με κορωνίδα μεταξύ αυτών των αρετών την φιλοπατρία. Σήμερα, εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δωσίλογων και κάθε είδους κακοποιών, εμφανίζεται (προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς) ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως Κέρβερος του νόμου και της τάξης. Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ’ αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας ;»    
    Όταν την 27ην Δεκεμβρίου 1966 ανακοινώθηκε η ομόφωνη απόφαση των ενόρκων που καταδίκαζε μόνο τους δύο φυσικούς αυτουργούς του ειδεχθούς εγκλήματος Σπύρο Γκοτζαμάνη και Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη σε εξαιρετικά μικρές ποινές με το αιτιολογικό του «προτέρου εντίμου βίου», (παρά το βαρύτατο ποινικό τους μητρώο) και ότι «δεν διέπραξαν τα αδικήματα κινούμενοι από ταπεινά ελατήρια» και αθώωνε όλους τους ηθικούς αυτουργούς, ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας σχολίασε την πρωτοφανή για αυτά τα αδικήματα απόφαση, λέγοντας: «Η απόφαση μοιάζει με φως εξαντλημένης ηλεκτρικής στήλης».
    Το ιδιότυπο κρατικό μόρφωμα με τα δαιδαλώδη παράκεντρα διαχείρισης της εξουσίας κατάφερε για άλλη μια φορά να παραμείνει στην σκοτεινή πλευρά της πολιτικής ζωής του τόπου, ώστε να μην αποκαλυφθούν ποτέ οι εμπνευστές αυτού του εγκλήματος, που υπήρξε προπομπός για την επερχόμενη δικτατορία ή οποία επεβλήθη τέσσαρες μήνες μετά. Με την έλευση της δικτατορίας αποπέμφθηκαν από το δικαστικό σώμα, με απόφαση της τότε δικτατορικής κυβέρνησης (1968), μαζί με άλλους 28 δικαστικούς διότι κατά την αρρωστημένη αντίληψη των δικτατόρων οι εν λόγω δικαστικοί διακατέχονταν από άμβλυνση της κοινωνικής ευθύνης και δεν εμφορούνταν από εθνικό φρόνιμα, τόσο ο Παύλος Δελαπόρτας, όσο και ο Χρήστος Σαρτζετάκης, ο οποίος μάλιστα φυλακίσθηκε πλέον του έτους.

Οι παρεμβάσεις  των παρεμβάσεων και η απολεσθείσα ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.
    Θα περίμενε κανείς πως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας η δικαστική εξουσία θα μπορούσε να ασκεί ανεμπόδιστα το συνταγματικό της καθήκον. Να είναι σε θέση να ερευνά τις υποθέσεις που αναλαμβάνει χωρίς κυβερνητικές παρεμβάσεις. Τα γεγονότα όμως διαψεύδουν κάτι τέτοιο και αποδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο. Οι παρεμβάσεις όχι μόνο πολλαπλασιάσθηκαν, αλλά και αναβαθμίστηκαν ποιοτικά. Η εκτελεστική εξουσία όσο περισσότερο λερώνει τη φωλιά της, (παρανομεί), τόσο πιο σπασμωδικά και αμήχανα αντιδρά σε κάθε νύξη της δικαστικής εξουσίας για τις επαναλαμβανόμενες παρασπονδίες της. Αν η δικαστική εξουσία, δικαίως, επικρίνει την οποιαδήποτε φαύλη πολιτική ενέργεια, αστραπιαία και ομοθυμαδόν τόσο η εκτελεστική, όσο και η νομοθετική εξουσία, εξαπολύει μύδρους εναντίον της. Με λίαναπερίσκεπτο και επίμεμπτο τρόπο, στερεότυπα διατυμπανίζουν οι εντός του ελληνικού κοινοβουλίου παρεπιδημούντες διάφορες πομφόλυγες όπως, «επιχειρείται η ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής», «ο εισαγγελικός λόγος δεν συνάδει με τα πολιτικά μας ήθη», «η Ελλάδα δεν θα μετατραπεί σε ένα απέραντο δικαστήριο», κ.ά.
Περίτρανα  και διαχρονικά αποδεικνύεται πως ενώ η εκτελεστική εξουσία θέλει να ενεργεί εντελώς αυτόνομα, δεν αποδέχεται την αυτονομία της δικαστικής εξουσίας όταν αποφάσεις της ή απόψεις της, αντιβαίνουν στις πράξεις της πρώτης. Με απλά λόγια οι πολιτικοί μας θέλουν με νεοτσαριστικές μεθόδους να κυβερνούν τον δύσμοιρο ελληνικό λαό. Το ζητούμενο στην Ελλάδα παραμένει η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, έτσι που ο δικαστής να κάνει το χρέος του ανεμπόδιστος και ανεπηρέαστος, χωρίς να χρειάζεται να είναι ήρωας, να ισχύει δηλαδή ένα ικανό θεσμικό πλαίσιο που να κατοχυρώνει τον δικαστή στην επιτέλεση του καθήκοντός του, κάτι που η πολιτική ηγεσία επιμένει εντέχνως να αρνείται. Φαίνεται πως με χειραγωγημένη την δικαστική εξουσία, η εκτελεστική εξουσία αισθάνεται αρκετά πιο άνετα. Συνήθως οι επιφανέστεροι επιτιθέμενοι στην δικαστική εξουσία κατά καιρούς, είναι οι αρμόδιοι υπουργοί Δικαιοσύνης, όπως οι Μιχάλης Σταθόπουλος, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, Ευάγγελος Βενιζέλος, κ. ά.                                      
   Βεβαίως και από το μέρος του δικαστικού σώματος, υπάρχουν μερικοί που με ευτελή συνείδηση διέσυραν το θεσμό, όπως ο Κωνσταντίνος Κόλλιας, Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Καλαμποκιάς, Αρεοπαγίτης, Κωνσταντίνος Ροζάκης, Αρεοπαγίτης, Νικόλαος Οικονομόπουλος, Αρεοπαγίτης, Αλέξανδρος Λέκκας, Σύμβουλος Επικρατείας, Παύλος Τσαρούχης, Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Χαρίλαος Μητρέλιας, πρόεδρος Συμβουλίου Επικρατείας, Αντωνία Ηλία, Πρωτοδίκης, Ευάγγελος Καλούσης, Κωνσταντίνα  Μπουρμπούλια, κ. ά.   
    Οι περισσότεροι όμως δικαστικοί λειτουργοί με την άρτια επιστημονική τους κατάρτιση και με την καθαρή τους συνείδηση, εμπεδώνουν το αίσθημα δικαίου στους πολίτες. Μερικοί δε είναι πραγματικά αξιομνημόνευτοι για την προσήλωσή τους στο ιερό καθήκον τους, την απόδοση δικαιοσύνης, όπως Βασίλειος Σακελλαρίου, Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αντώνιος Φλώρος, Αρεοπαγίτης, Νικόλαος Βερβεσός, Αρεοπαγίτης, Στέφανος Ματθίας, Πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ιωάννης Ντεγιάννης, Αρεοπαγίτης, Παρμενίων Τζίφρας, Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου, Μιχαήλ Στασινόπουλος, πρόεδρος Συμβουλίου Επικρατείας, Ιωάννης Γρίβας, πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ευάγγελος Κρουσταλάκης εισαγγελέας, Γρηγόρης Πεπόνης, εισαγγελέας κ.ά.  
    Η πλειονότητα του δικαστικού σώματος χαίρει της εκτίμησης του ελληνικού λαού διότι στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, μόνον η δικαστική εξουσία παρέμεινε άτρωτη να φυλάει Θερμοπύλες και να θέτει υπό την προστασία της κάθε αδικημένο έλληνα πολίτη.




 www.isigoros.blogspot.com                                             ΙΣΗΓΟΡΟΣ ΙΣΟΝΟΜΟΣ               
                                                                                                                              ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ  2013